Συνήθεια. | Του Κωνσταντίνου Περάκη

Έμπνευση καμία. Περασμένα μεσάνυχτα και εκεί που κάτι μέσα σου, σου λέει να γράψεις κάτι, όταν φτάνεις στο χαρτί δεν έχεις τίποτα. Τι ψυχαναγκαστική μανία κι’ αυτό το γράψιμο; Αν σου γίνει συνήθεια πάει, τελείωσε, έγινε η δεύτερη φύση σου.

Συνήθεια; Λάθος λέξη μήπως;

Λένε πολλοί πως όταν κάτι σου γίνεται συνήθεια τότε ακριβώς είναι η στιγμή που αρχίζεις να το βαριέσαι. Και εντάξει για τα καθημερινά που λίγο πολλοί έχουμε όλοι μας. Ένα καφέ το πρωί, μια αγαπημένη διαδρομή, κάποια στιγμή της ημέρας εν πάση περιπτώσει που τα πράγματα συμβαίνουν μηχανικά. Τι γίνεται όμως όταν συνήθεια μας, γίνεται ο άνθρωπος που έχουμε δίπλα μας; Γιατί συμβαίνει και γιατί είναι απαραίτητα κακό; Υπάρχει άραγε κάποια μυστική αλληλουχία πράξεων που ωθεί τα πράγματα σε μια φυσική φθορά; Κάποιος φυσικός νόμος ακμής και παρακμής;  Και τι είναι αυτό που τροφοδοτεί την συνήθεια ώστε να καταλήγει σε εκφυλισμό του αρχικού ενθουσιασμού;

Τόσες ερωτήσεις και ακόμα περισσότερες οι απαντήσεις οπότε μάλλον δεν υπάρχει κανόνας. Υπάρχουν στερεότυπα. Από κείνα που καλλιεργούμε όταν οι εξηγήσεις δεν φτάνουν με ευκολία στο λογικό μέρος του εγκεφάλου μας. Γιατί αν ήταν να εξηγείται με κάποιο τρόπο η συνήθεια και η φθορά που προκαλεί τότε πιθανότατα θα είχαμε βρει και την θεραπεία της. Τίποτα σταθερό λοιπόν. Οι ανθρώπινες σχέσεις διέπονται από την αναρχία και την αβεβαιότητα στο μεγαλύτερο βαθμό τους. Έτσι είναι οι άνθρωποι απρόβλεπτοι και τέτοιες σχέσεις φτιάχνουν.

Όχι βέβαια ότι θα έπρεπε να υπάρχει μια σταθερά. Θα ήταν μάλλον βαρετό. Ίσως τελικά να μην ωφελεί να πιστεύουμε στα μεγάλα λόγια. Ίσως αυτά καλλιεργούν τέτοιου είδους στερεότυπα. Δεν υπάρχει «για πάντα», δεν υπάρχει «ποτέ» .Η αδυναμία του ανθρώπου να ορίσει τον χρόνο και να προβλέψει το μέλλον (όχι τα άστρα δεν προβλέπουν το μέλλον)  κάνει ακόμα πιο περίπλοκα τα πράγματα. Πως όμως αποφεύγεις τα μεγάλα λόγια όταν εκείνη την στιγμή τα νιώθεις; Πως τα κρατάς μέσα σου, όταν βλέπεις τα μάτια του ανθρώπου που φαντάζεσαι να βλέπεις κάθε πρωί μόλις ανοίξεις τα δικά σου; Ούτε αυτό εξηγείται. Δεν ξέρω αν καμιά φορά είναι καλύτερο να μην νιώθουμε η να μην μιλάμε όταν νιώθουμε.  Και τα λόγια και τα συναισθήματα κάνουν μεγάλη ζημιά. Όσο εύκολα και σίγουρα δένουν δυο ανθρώπους τόσο γρήγορα αλλά με την ίδια σιγουριά τους χωρίζουν.

Και έτσι γεμάτοι αβεβαιότητα και δισταγμούς ψάχνουμε εδώ και κει έναν άνθρωπο να βρούμε την αλήθεια. Την δικιά του η την δικιά μας δεν έχει σημασία. Ψάχνουμε καμιά φορά ένα τρόπο να καταλαγιάσουμε τους φόβους μας. Γιατί οι άνθρωποι θαρρώ λατρεύουν να εξαπατώνται. Αρέσκονται στα όμορφα λόγια, γοητεύονται. Μέχρι την επόμενη αναθεώρηση και την επιστροφή στην αβεβαιότητα. Αυτόν τον αέναο κύκλο, αυτό το ασταμάτητο πήγαινε-έλα κάποιοι καταφέρνουν και τον τερματίζουν. Κάποιοι άλλοι πάλι όχι. Κάποιοι βρίσκουν έναν άνθρωπο να περάσουν μαζί τον χρόνο τους στον κόσμο των ζωντανών και κάποιοι άλλοι αμφιταλαντεύονται μεταξύ ασφάλειας και επισφάλειας. Μεταξύ ενθουσιασμού και απογοήτευσης.

Δεν ξέρω  βέβαια ποιος βαριέται πιο γρήγορα και ποιο από τα δύο είναι τελικά συνήθεια.

 

Ο Κωνσταντίνος Περάκης κατάγεται από το Ηράκλειο Κρήτης, σπούδασε Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και απασχολείται ως δόκιμος ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων.