Αντίο | Της Μαρίας Σεμερτζίδου

Έκλεισε την πόρτα απαλά πίσω του. Πόσα πράγματα χωράει μια βαλίτσα; Γι ‘αυτόν μονάχα ένα «πρέπει». «Πρέπει να φύγω . Με χρειάζονται». Πέρασε από το σπίτι της για τελευταία φορά. Γύρισε γρήγορα το βλέμμα. Όχι γιατί φοβόταν να μην τη δει.. αλλά γιατί αν την έβλεπε ήξερε πως δε θα μπορούσε να φύγει. Δυο  κάρβουνα τα μάτια της και  κάθε που έκλεινε τα δικά του γινόντουσαν αυτά τα ζευγάρια μάτια ένα. Πόση ενοχή μπορεί να χωράει ένα «πρέπει» ή μια μικρή φράση «δε μπορώ να κάνω αλλιώς» . Έσβησε το τσιγάρο . Απόσταση ισοδυναμεί με χωρισμό. Δυο χρόνια έγιναν ένα ολόκληρο κομμάτι ζωής. Το κρατά. Το αφήνει εκεί. Δε μπόρεσε να της ζητήσει να τον ακολουθήσει. Στο νησί ήταν όλη τους η ζωή, στο σπίτι του ήταν απλά ένα «πρέπει». Τον περίμενε στο λιμάνι..  Να τον δει για τελευταία φόρα… Πόσα «γιατί» χωράει μια βαλίτσα; Πόσα δάκρυα και πόσα «μείνε»; Στη δική του κανένα. Τον έβλεπε να φεύγει.  Σβησμένες φωτιές τα μάτια της. Μπορείς να φωνάξεις απέναντι στην επιλογή του άλλου; Aκόμα και αν αυτή η επιλογή σημαίνει τέλος, μπορείς; Όχι! Δεν υπάρχει πιο δυνατός κρότος από την πόρτα που κλείνει απαλά πίσω της.

Μαρία Σεμερτζίδου