Νύχτα Αξημέρωτη | Της Δέσποινας Μπόσκου

Είναι κάποιες μέρες που απλά περιμένω να νυχτώσει για να μπορώ ανενόχλητη να χάνομαι στα σκοτάδια μου. Να κλείνω το φως και το τηλέφωνο με τη δικαιολογία ότι κοιμάμαι. Λέω να γράψω τίποτα γιατί βαριέμαι να μιλάω άσκοπα. Δε γαμιέται, ας βγω για ένα ποτό. Μου αρέσει να παρατηρώ τις γκόμενες, που ενοχλούνται όταν τις χαρακτηρίζουν έτσι, να προσπαθούν απεγνωσμένα να μαζέψουν βλέμματα εκθέτοντας τα κάλλη τους σε κοινή θέα. Να το δίνουν από δω κι από κει σαν κατάστημα υπό διάλυση που θέλει να ξεφορτωθεί την πραμάτεια του και ξεπουλάει και δυο και τρεις φορές κάτω. Τους άντρες να το παίζουν κυνηγοί ή κυριλέ και άνετοι. Να βλέπω πως γίνεται αυτό το φτηνό αλισβερίσι μεταξύ τους και να ευγνωμονώ τον εαυτό μου που δεν ξέπεσε έτσι. Εσύ που κοιτάς επίμονα καλά θα κάνεις να μην με ενοχλήσεις. Αν ήθελα παρέα δεν θα έβγαινα μόνη. Κάθομαι στο μπαρ και παίζω με τα παγάκια που έχουν μείνει στο ποτό μου, διστακτικό σε βλέπω, σκέφτεσαι αν πρέπει να έρθεις να μου μιλήσεις παρόλο που σε έχω ήδη απορρίψει με το βλέμμα μου. Και τελικά έρχεσαι. Τέλεια, μία ακόμα αποτυχημένη προσπάθεια να φανώ ανεκτική με τους ανθρώπους. Όλο δύσκολα μου βάζω τελευταία. Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να πούμε ένα σωρό τυπικές αηδίες κι εγώ να χαμογελάω από ψυχαναγκασμό και ευγένεια ενώ το μόνο που θέλουμε είναι να βρεθούμε στο κρεβάτι. Μόνο που εσύ θες μαζί μου κι εγώ θέλω μόνη. Στο δικό μου. Μιλάς, μιλάς, μιλάς ακατάπαυστα. Ούτε μία λέξη δεν με αγγίζει. Μου κάνεις κομπλιμέντο και σκέφτομαι ότι τα ίδια μου έλεγε και ο προηγούμενος από εσένα. Καμία πρωτοτυπία. Υποθέτω θα πρέπει να ακούσω όλο τον μονόλογο σου παρόλο που ξέρω ήδη τις ατάκες. Τις έχω ακούσει ξανά και ξανά και απορώ πως δεν έχουν ματώσει τα αυτιά μου ακόμα. Εγώ δεν έχω τίποτα να σου πω για μένα. Δεν θα ξοδευτώ άλλο μαζί σου απόψε. Εγώ είμαι κενό. Νιώθω κενό. Και περιμένω, δεν ξέρω τι ακριβώς. Όχι εσένα πάντως αυτό το ξέρω σίγουρα. Άντρες μαλάκες σκέφτηκα, μα που να είναι εκείνος; Kάπου θα πηδιέται. Κάτι με ρωτάς, δε δίνω και πολλή σημασία στα λόγια σου, μιλάω με τις φωνές στο μυαλό μου. Τι ψάχνω; Τίποτα δεν ψάχνω, το τίποτα υπάρχει γύρω μου γιατί να ψάξω; Σε κοιτάζω στα μάτια και πάλι το τίποτα αντικρίζω. Περισσότερο ενδιαφέρον μου προκαλεί η βότκα στο ποτήρι παρά το βλέμμα σου. Αυτό το ηλίθιο ύφος του κατακτητή… Ντάξει δεν φταις εσύ απόλυτα, ποιος ξέρει τι φτερά γνώρισες καημένε. Αναρωτιέμαι αν ερωτεύτηκες ποτέ, αν έκανες ποτέ έρωτα. Μα δε σε ρωτάω γιατί σίγουρα θα το παρεξηγήσεις. Λοιπόν καλή η παρέα σου αλλά πρέπει να πηγαίνω. Κάνεις το λάθος να ζητήσεις τον αριθμό μου, γιατί ρε φίλε, για να σε βαριέμαι κι από το τηλέφωνο; Όχι ,ευχαριστώ για την παρέα πάντως και λυπάμαι που πέρασες το βράδυ σου έτσι άσκοπα με μια μονόχνοτη αλλά ας πρόσεχες. Είσαι παίκτης, πρέπει να μάθεις και να χάνεις. Δεν με ενδιαφέρει αν με βρίσκεις όμορφη, πιο όμορφη απ΄ όταν ήμουν μαζί του δεν θα γίνω ποτέ. Δεν είμαι κυνική μωρό μου, μια απογοητευμένη ρομαντική είμαι με τα μυαλά πάνω από το κεφάλι και τα χέρια στις τσέπες που της αρέσει να περπατάει μόνη στο δρόμο. Σέρνω τα πόδια μου προς το σπίτι. Ανυπομονώ να ξαπλώσω δίπλα του. Στα όνειρα μου γιατί στην πραγματικότητα δεν μπορώ να κοιμάμαι με άλλους, έτσι του έχω πει. Βάζω να παίζει Στέρεο Νόβα και τον ερωτεύομαι από την αρχή. Θέλω να πω κανένας δεν του έμοιαζε και σήμερα, αλλά δεν ψάχνω αντικαταστάτη του. Έχω αφήσει μια θέση κρατημένη για αυτόν κι ας ξέρω πως δεν θα ξανάρθει. Εγώ την θέλω άδεια να τον περιμένει. Και σκέφτομαι πως μια φορά έχω ερωτευτεί. Και αν όντως μια φορά ερωτεύεσαι, τότε την έχω πατήσει άσχημα. Πόσο ακόμα ενδιαφέρον να δείξω σε αδιάφορους ανθρώπους; Πόσα να δώσω από αυτά που ξέχασε να πάρει φεύγοντας; Τόσες λέξεις και όλες να μου μοιάζουν ψεύτικες, τιποτένιες. Περνούν τα χρόνια κι εμείς μένουμε πίσω τους βρίσκοντας φτηνές δικαιολογίες να κρυφτούμε από τους πληγωμένους εαυτούς μας. Κι εγώ κουράστηκα να τον δικαιολογώ στο μυαλό μου σαν να μην έφταιξε ποτέ. Κουράστηκα να χρειάζεται να μιλάω και να εξηγώ σε άτομα που έχουν βουλωμένα αυτιά. Να ψάχνω σε ξένες αγκαλιές κάτι που έχασα. Δεν θα το βρω, πάει χάθηκε. Χάθηκε κι αυτός τις νύχτες που φώναζα το όνομα του στους άδειους τοίχους. Θα κοιμηθώ, αρκετά σε βάρυνα κι απόψε καρδιά μου. Κοιμήσου, κοιμήσου να αδειάσεις.

 

Είμαι η Δέσποινα Μπόσκου και σπουδαζω στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων. Άρχισα να γράφω από όταν έμαθα τα πρώτα μου γράμματα και πλέον βρίσκω στο γράψιμο ένα καταφύγιο, έναν τρόπο να εξωτερικεύσω τα συναισθήματα και τις σκέψεις μου. Μέσα από αυτό βλέπω τον κόσμο που θέλω να υπάρχει.


Link:Δέσποινα Μπόσκου

test