Ο Κωσταντίνος Αρμένης ανεβάζει Ίψεν… | Της Αντιγόνης Παφίλη

Γιατί Ίψεν;

Η εργογραφία του Ίψεν και κάθε μεγάλου συγγραφέα δεν αντιπαραβάλλεται στη ζυγαριά ως πιο κλασσική έναντι πιο σύγχρονων κειμένων. Ακόμα καλύτερα δεν υπάρχει καν ζυγαριά. Έργα, όπως “ο Αρχιμάστορας Σόλνες”, ζουν ασταμάτητα μέσα από τις συμπτώσεις, τις ασυμφωνίες τους και τις επιρροές τους στο σήμερα. Η αξία τους, ξεπερνά τις σελίδες χαρτιού και περνά στο πως αυτά βρίσκονται στη θύμηση, στο υποσυνείδητο, ακόμα και στην άγνοια μας. Είναι όπως ο παππούς μας. Στη διάρκεια της ζωής μας, περισσότερο χρόνο θα ζήσουμε μαζί του, κρατώντας τον, άλλες στιγμές φυλαγμένο, άλλες ξεχασμένο, μέσα μας, παρά ως υπαρκτό πρόσωπο δίπλα μας.

 

​Η σχέση αυτής της συνάντησης είναι ιδιαίτερη, δεν είναι αμιγώς αμφίδρομη. Την ‘συνάντηση’ την προκαλείς εσύ. Οι τόποι συνάντησης είναι παγιωμένοι. Ταυτόχρονα όμως και άπειροι. Ίσως αυτή η μεγάλη δομική αυστηρότητα να είναι και εκείνη που διαθλά και πολλαπλασιάζει τα μονοπάτια. Και όπως σε κάθε συνάντηση είναι όλα ευμετάβλητα ανάλογα με το ποιος, που, πότε και γιατί θα την επιδιώξει. Το μόνο σταθερό είναι ότι τα κείμενα αυτά περιμένουν τους επόμενους όχι που θα τα κοινωνήσουνε στους θεατές αλλά που θα μετέλθουν μέσα τους. Και έτσι κι αυτά θα ξαναζήσουν τραβώντας ζωή από τη δική τους, την, οποτεδήποτε, σύγχρονη ζωή τους.

 

Γιατί Ίψεν σήμερα;

Συγγραφείς όπως ο Ίψεν εκτείνονται στο διηνεκές. Πέρα από την καταλυτική συμβολή του στην εξέλιξη του θεάτρου, αγγίζει βαθιές, μύχιες αποχρώσεις της ανθρώπινης φύσης. Έτσι το έργο του σπάει κάθε χρονικό και χωρικό περιορισμό και αποτελεί ένα κληροδότημα στην ανθρωπότητα. Ένα ορμητικό, γεμάτο πλούτο ποτάμι στη διάθεση του καθένα να το εξερευνήσει.

​Και εδώ θα μου επιτρέψετε και μια αναφορά στο έργο μας. Ο χαρακτήρας του Αρχιμάστορα Σόλνες, ο διάσημος αυτός αρχιτέκτονας, είναι σε μεγάλο βαθμό μια αυτοπροσωπογραφία του Ίψεν. Μάλιστα, και ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του αρχιτέκτονα και τα έργα του αρχιτεκτονικές δημιουργίες. Ακόμα και το ταφικό του μνημείο κοσμείται από μια αξίνα, τιμώντας τον, ως τον συγγραφέα που έσκαψε βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή.

​Η θεατρική γραφή στις μέρες μας αναζητά κάτι άμεσο, αιχμηρό, εκδηλωτικό, συχνά πιο ωμό, στοχεύοντας κατευθείαν στη λήθη. Στα λησμονημένα μας συναισθήματα. Και σε αυτόν τον κύκλο της σύγχρονης εξέλιξης βλέπουμε πόσο εφάπτεται ο κύκλος κάθε μεγάλου συγγραφέα. Που σε άλλους ρυθμούς, για μια άλλη κοινωνία και προβληματισμούς, επιχείρησε μια καταβαράθρωση στον ίδιο ακριβώς πυρήνα, στις δομές και στα μυστήρια του ψυχισμού μας. Και με μια τόλμη και επιμονή που δεν αρκεί να τη ζηλεύουμε αλλά και να την κυνηγήσουμε.

 

Η σκηνοθεσία ήταν στόχος;

Δε θα το ονόμαζα στόχο, γιατί σαν λέξη κρύβει μέσα της μια ανάγκη. Ένα από τα αρνητικά της ηλικίας μου είναι και ένας ρομαντικός, ξεροκέφαλος εγωισμός που δε θα ήθελα, (τουλάχιστον ακόμα γιατί ποτέ δε ξέρεις) να σκηνοθετώ λόγω οποιασδήποτε ανάγκης, και καλής και κακής. Όλα ξεκινάν από το έργο, το κείμενο. Και αυτό που εσένα σε κέρδισε και σε συντροφεύει να το κοινωνήσεις. Να σταθείς η αφορμή να συστηθεί και σε άλλους. Η σχέση που θα έχει τώρα με τον καθένα είναι άλλο. Εσύ οφείλεις να κάνεις τη γνωριμία και να τους δείξεις αυτό που εσύ γνώρισες την πρώτη δική σου μέρα γνωριμίας.

​Κάθε δράση, απαιτεί και μια επιλογή, μια θέση. Κάθε φορά που επιλέγουμε να εκφραστούμε, πέρα από τον χώρο της τέχνης, στην καθημερινότητά μας, ως άτομο, να πούμε εγώ πιστεύω αυτό, νιώθω έτσι, είναι μια δράση. Και ως τέτοια κρύβει τόσο πλούτο η αντί-δραση αυτής και η κάθε αλληλεπίδραση που, νομίζω, στέλνει σε δεύτερη μοίρα την ηλικία του δρώντα. Ακους τι έχει ειπωθεί και κρίνεις. Ούτε ελαφρυντικά, ούτε προκαταλήψεις. Και όχι μόνο για την ηλικία αλλά για κάθε προσωπικό γνώρισμά του. Ειδικά σήμερα, αυτή θα είναι η τιμιότερη αντιμετώπιση στο νέο.

 

Το Ελληνικό θέατρο σήμερα

Σαν την Πρωτοχρονιά. Ή κοιτάς το χρόνο που έφυγε ή αυτόν που έρχεται. Και δε το εννοώ ηλικιακά. Σίγουρα είμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο, η παγκόσμια κοινωνία, όχι μόνο το ελληνικό θέατρο. Πολλά πράγματα ξεψυχάν στα χέρια μας αλλά δε γίνεται να μην ακούς και ούτε ένα κλάμα μωρού. Σου προκαλεί ταυτόχρονα αμηχανία και ανυπομονησία να σκεφτείς την επόμενη εικοσαετία. Ειδικά, όταν οι γενιές που θα την διαμορφώσουν, έχουν, μόνο, διδαχτεί τη διαμόρφωση. Οι απόψεις πλέον είναι μαζικές, είναι μόδες. Και την ίδια στιγμή κάθε χώρος και ελπίδα για απόκλιση ευθυγραμμίζεται στις παραδοχές . Η σύγκρουση, πάντως, διδαχών και πραγματικότητας κάτι κυοφορεί.

 

Ο πατέρας Γιώργος Αρμένης, ο Κάρολος Κουν και η υποκριτική παράδοση

Στους γονείς μου χρωστώ πολύ ουσιαστικότερα πράγματα από το θέατρο. Δε θα σταματήσω, για παράδειγμα, να απορώ πως η μητέρα μου συνδύασε τόσο καλά μαγεία και λογική, στα παιδικά μου χρόνια. Ο πατέρας μου έχει μια πορεία στον χώρο του θεάτρου που δε χρειάζεται εμένα να την υπογραμμίζω. Ούτε, όμως και να την αξιολογώ. Και μιλάω, τώρα, για τον πατέρα μου, όπως για κάθε άλλο μεγάλο θεατράνθρωπο, που είτε πλάι στον Κάρολο Κουν είτε πριν είτε μετά, κατέθεσε τον εαυτό του και έβαλε το λιθαράκι για το ελληνικό θέατρο που συναντάμε σήμερα. Το θέατρο είναι τόσο ζωντανό που η συνέχιση οποιασδήποτε ‘παράδοσης’ θα είναι το λιγότερο βαυκαλισμός και το χειρότερο λοβοτόμηση. Καθένας εμπνέεται και κινητοποιείται από τα πεπραγμένα. Τα συνολικά. Γιατί αλίμονο αν δογματικά περιχαρακώνεσαι σε συγκρουόμενες πεποιθήσεις του παρελθόντος. Και όλα αυτά μέχρι το στάδιο της πρώτης σπίθας. Εξάλλου, το να προσπαθείς να ξανανάβεις το κερί κάποιου άλλου, νομίζω θα το απευχόταν μέχρι και το ίνδαλμά σου.

 

Ο Κάρολος Αρμένης σκηνοθετεί το έργο του Ίψεν “ο Αρχιμάστορας Σόλνες”  στην Κεντρική Σκήνη του Νεόυ Ελληνικού Θέατρου κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:15 και Κυριακή στις 20:00. Παραστάσεις μέχρι 15 Ιανουαρίου.

test