Ο συνθέτης Κορνήλιος Σελαμσής «χειροτεχνεί» Κινούμενα Σχέδια | Της Δανάης Φαίδρας Θωμαΐδου

Ο Κορνήλιος Σελαμσής συνθέτει μουσική, αλλά αντί του όρου «καλλιτέχνης» προτιμά «χειροτέχνης» όταν μιλά για τον εαυτό του, για λόγους που θα διαβάσετε στην συνέχεια. Δεν σπούδασε «σχεδόν καθόλου» μουσική στην Ελλάδα, έκανε θεωρητικά μαθήματα και ως παιδί έπαιζε πιάνο «χωρίς μεγάλη επιτυχία», όπως χαρακτηριστικά μου είπε! Όντας αυτοδίδακτος μέχρι την ηλικία των 23 ετών, συνέθεσε αρκετά έργα και το 2004 βρέθηκε στην Ολλανδία, στην οποία έζησε για 6 χρόνια, σπουδάζοντας μουσική στο Βασιλικό Ωδείο της Χάγης. Παρά το ότι είναι νεαρός, καθότι γεννήθηκε το 1981, έχει στο βιογραφικό του πολλά αξιόλογα έργα που έχουν ερμηνεύσει η Ορχήστρα των Χρωμάτων, το Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής, το Ensemble Artefacts, το Nieuw Ensemble, το ASKO Ensemble, το Ensemble Ereprijs κ.ά. ενώ η καίρια συμβολή του σε πολλές θεατρικές παραγωγές, με σήμα κατατεθέν τις συνεργασίες του με τον σκηνοθέτη Θωμά Μοσχόπουλο, αποτελεί άλλο ένα «χειροποίητο λάβαρο» στην μουσική συλλογή του.

Υποψιάζομαι ότι πιθανόν, σχεδόν, θα δυσανασχετούσε διαβάζοντας τα παραπάνω. Γιατί; Διότι όπως μου είπε «οι αναμνήσεις είναι το πιο άχρηστο πράγμα του κόσμου»! Θέλει το παρόν του να είναι πιο ισχυρό, για αυτό και προτιμά να βρίσκεται σε μία δημιουργική εγρήγορση, αφήνοντας τα «τότε» στην άκρη. Τουλάχιστον αυτό εισέπραξα εγώ.

Πώς λοιπόν, ένας καλλιτέχνης-χειροτέχνης, που αρέσκεται στην δημιουργία νέων πραγμάτων, μουσικών, αισθήσεων, αναμνήσεων ηγείται της (ανα)σύνθεσης, της διασκευής ήδη υπαρχόντων και πολυπαιγμένων τραγουδιών και μελωδιών από τις κινηματογραφικές ταινίες των κινουμένων σχεδίων του WaltDisney; Πώς κάνει κτήμα του και μας παρουσιάζει με τον δικό του τρόπο τα γνωστά σε όλους ΚΙΝΟΥΜΕΝΑ ΣΧΕΔΙΑ, στις 23 Δεκεμβρίου και 30 Δεκεμβρίου μαζί με τον Κωνσταντίνο Βήτα, την Χαρά Κότσαλη και ένα κουαρτέτο εγχόρδων;

Attachment-1

 

ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΣΕΛΑΜΣΗΣ, ΣΥΝΘΕΤΗΣ

Δεν είμαι καλλιτέχνης, είμαι χειροτέχνης.

 

Γιατί;

Τι νόημα έχει η καλή τέχνη όταν κανείς δε γνωρίζει τη τεχνική της, δηλαδή πρέπει να την φτιάξεις, να την πιάσεις με τα χέρια σου, να την πλάσεις, να τη διαλύσεις, δεν είναι το αποτέλεσμα, δεν είναι το ένδυμα, δεν είναι η εικόνα των πραγμάτων. Εμένα δεν με ενδιαφέρει να στήσω ένα ωραίο σπίτι, το οποίο να το βλέπουν οι άνθρωποι και να τους αρέσει, με ενδιαφέρει να δείξω έναν τρόπο για να χτίζονται τα σπίτια. Έναν τρόπο για να σκέφτεσαι πώς ζεις, πώς κινείσαι.

 

Τι έχετε πλάσει λοιπόν, τι ετοιμάζετε για την παράσταση «Κινούμενα σχέδια»;

Ετοιμάζουμε μια συναυλία η οποία είναι στην πραγματικότητα μια ανθολογία, από μουσικές που έχουν γίνει με αφορμή κάποια τραγούδια ή κάποιες μουσικές, οι οποίες υπάρχουν σε πολύ παλιές ταινίες κινουμένων σχεδίων από τα στούντιο της Disney. Μιλάμε δηλαδή για την δεκαετία του ’30, του ’40 και ενίοτε του ’50. Σε αυτή τη συναυλία λοιπόν έχουμε ένα κονσέρτο έγχορδων, το οποίο έχω ενορχηστρώσει. Ουσιαστικά έχω ξαναγράψει αυτές τις μουσικές όπως τις ακούω μέσα από το παραμορφωτικό φακό του δικού μου αυτιού, όπως εγώ τις φαντάζομαι, όπως εγώ θα ήθελα να είναι, όπως εγώ θα ήθελα να σχετίζομαι μαζί τους. Συμμετέχει ο Κωνσταντίνος Βήτα σαν ερμηνευτής και σαν πολύτιμος συνοδοιπόρος, ο οποίος έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη και έναν τελείως δικό του τρόπο να κάνει τα πράγματα. Η Χαρά Κότσαλη η οποία είναι μια performer που κάνει τα πάντα, είναι ένας άνθρωπος που, πραγματικά, έχει ένα πλήθος χαρισμάτων και μια υπέροχη φωνή και όλα αυτά σε συνεργασία με μια φίλη και έγκριτη συνάδελφο τη Νικολέτα Χατζοπούλου που είναι συνθέτης.

 

Με ποια αφορμή εμπνεύστηκες το συγκεκριμένο έργο;

Όταν ξεκίνησα να κάνω τις “Τρίτες Παράλληλες”, να τις σχεδιάζω, μιλούσα με το Θωμά Μοσχόπουλο, ο οποίος είναι ο γενικός καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Πόρτα και του είπα ότι θέλω να κάνω πράγματα που να έχουν να κάνουν με την πρωτοπορία, πράγματα που να έχουν να κάνουν με τη μουσική που γράφεται σήμερα, με τη μουσική που γράφεται τώρα, είτε αυτή είναι ποπ, είτε αυτή είναι ευρείας αποδοχής, είτε είναι πολύ πιο πειραματική και λόγια, και επειδή έχω συνδεθεί με τον Κωνσταντίνο Βήτα στα πλαίσια της συνεργασίας που είχαμε πέρυσι στη Στέγη, που έκανα τις μουσικές του για ακουστικά όργανα και αυτό θα βγει σε δίσκο μάλιστα πολύ σύντομα, του πρότεινα να βάλω τον Κωνσταντίνο Βήτα να κάνει ένα πράγμα δικό του, πειραματικό, τελείως μακριά από τα τραγούδια από τα οποία τον γνωρίζει ο κόσμος και μου λέει «όχι δεν έχει νόημα να το κάνεις αυτό, έχει νόημα να το πάρεις και να κάνεις μια σύμπραξη, γιατί δεν κάνεις τραγούδια από ταινίες;» Έτσι, σκέφτηκα τα κινούμενα σχέδια από τις πολύ παλιές ταινίες. Αυτό έχει να κάνει με την δική μου εμμονή, τη μαστοριά. Δηλαδή το ότι αυτές οι μουσικές είναι φτιαγμένες με τρομερή φροντίδα, με τρομερή μαστοριά, και γι’ αυτό με ενδιέφεραν πάντα. Όταν έβλεπα την ταινία άκουγα τη μουσική και με μάγευε. Αναρωτιόμουν πώς μπορεί η ορχήστρα να ηχεί έτσι, πώς μπορούν τα όργανα να παίζουν τόσο ωραία, πώς φτιάχνονται αυτοί οι ήχοι, πώς μπορείς να αποτυπώσεις όλα αυτά τα πράγματα… ξέρεις δεν είναι αυτονόητα αυτά. Αν κάτσεις να σκεφτείς ποιος μηχανισμός τα έχει φτιάξει, είναι ένα πράγμα τρομακτικό, έχει τεράστιο ενδιαφέρον.

 

Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι «εκμεταλλεύεσαι» κάτι παλαιότερο και το παρουσιάζεις ως καινούριο. Τι απαντάς σε αυτό;

Ακριβώς! Απαντάω ότι ούτως ή άλλως οτιδήποτε καινούριο εμπεριέχει βασικά το άθροισμα των βιωμάτων μας, την ζωή μας την ίδια. Η μνήμη μας είναι κάτι πολύ ισχυρό. Δεν είμαι υπέρ των αναμνήσεων αλλά πιστεύω ότι η μνήμη είναι ένα τόσο ισχυρό εργαλείο της ανθρώπινης κατάστασης που, εκ των πραγμάτων, ό,τι κάνουμε σήμερα, ό,τι καινούριο φτιάχνουμε περιέχει πράγματα που έρχονται από την στιγμή της γέννησής μας μέχρι ένα πολύ πρόσφατό χθεσινό βίωμά μας.

 

Έχουν συμβάλλει στο έργο οι αναμνήσεις που έχεις από τις ταινίες κινουμένων σχεδίων ή είναι καθαρά για αυτή την «μαστοριά» της μουσικής, την δημιουργία της;

Εγώ τις ήξερα αυτές τις ταινίες και τις μουσικές τους. Μου τις έδειχνε ο πατέρας μου, ο οποίος τις αγαπούσε πολύ, αλλά δεν θυμόμουν καθόλου τα τραγούδια. Θυμόμουν μια «εικόνα μουσική» για όλο αυτό, δεν είχα εικόνα για παράδειγμα με ποιο τραγούδι αρχίζει ο Μπάμπι ή με ποιο τραγούδι νανουρίζει η μαμά Ντάμπο τον Ντάμπο! Δεν ήταν τόσο η αναμνήσεις όσο το κομμάτι της μαστοριάς, άλλωστε δεν πιστεύω στις αναμνήσεις. Αισθάνομαι ότι οι αναμνήσεις είναι το πιο άχρηστο πράγμα του κόσμου.

 

Πώς έτσι; Μου κάνει εντύπωση!

Δεν έχει νόημα. Αν ζεις με την μνήμη ζεις μονάχα στο παρελθόν. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να το κάνεις αυτό. Το θέμα είναι να έχεις ένα παρόν τόσο ισχυρό που να μπορεί να δημιουργεί νέες αναμνήσεις διαρκώς.

kbita

Επειδή πολλοί γνωρίζουν το μουσικό ύφος του Κωνσταντίνου Βήτα, στο έργο «Κινούμενα Σχέδια» θα τον δούμε σε πολύ διαφορετικό ρόλο;

Ακούγοντας, ούτως ή άλλως, την φωνή του Κωνσταντίνου μάς είναι κάτι πολύ γνώριμο, βλέποντας την εκφραστικότητά του, είναι οργανικό και οικείο σε εμάς. Αυτό που είναι διαφορετικό είναι ότι περισσότερο έρχεται σαν διανοητής και πολύ λιγότερο σαν ένας άνθρωπος που φτιάχνει την μουσική του. Την δημιουργεί μόνο και μόνο με το που ανοίγει το στόμα του, είναι πολύ ενδιαφέρον.

 

Πώς σχολιάζεις την σημερινή ελληνική μουσική πραγματικότητα και την ευρείας κατανάλωσης μουσική την οποία προωθεί, κάνοντας σύγκριση και με την εμπειρία που είχες από την εποχή που ζούσες στην Ολλανδία;

Η εμπειρία της ελληνικής μουσικής πραγματικότητας είναι λίγο-πολύ εμπειρία όλου του κόσμου, απλώς με λίγο πιο αυξημένες κάποιες συγκεκριμένες λειτουργίες. Δηλαδή, σε όποιο μέρος και να πας περίπου τις ίδιες  χρήσεις τις μουσικής βλέπεις. Διάολε, έχουμε μουσική παντού! Δηλαδή, ακούς μουσική στον δρόμο, στην τουαλέτα, στο ασανσέρ, στο ραδιόφωνο, στο αυτοκίνητο, στις διαφημίσεις, στην τηλεόραση, παντού. Δεν είναι αυτή η λειτουργία της μουσικής! Ή τουλάχιστον, αυτή είναι μια καινούρια  λειτουργία της μουσικής, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την τεράστια, την προαιώνια παράδοση του τί είναι η μουσική. Η μουσική είναι μία μυστικιστική λειτουργία, υπερβατική. Η χρήση της τώρα είναι απλώς σαν να λέμε «η εταίρα που κάνει τις ζωές μας λίγο καλύτερες». Αυτό, εκ των πραγμάτων, είναι κάτι στο οποίο εγώ δεν πιστεύω. Η βιομηχανοποιημένη μουσική, όπως εγώ την λέω, στοχεύει κατευθείαν στο να διεγείρει τις αισθήσεις του ανθρώπου. Το να διεγείρει τις αισθήσεις δεν είναι κακό, αλλά το να στοχεύει στο να διεγείρει τις αισθήσεις είναι σαν να βλέπουμε ένα στριπτίζ. Και αυτό είναι κάτι το οποίο θεωρώ προβληματικό, δηλαδή χάνεται η άργητα, χάνεται η κατάνυξη, χάνεται η βαθύτερη συγκίνηση, δηλαδή όλα τα πιο λεπτά στρώματα της τέχνης εξαφανίζονται με τον τρόπο που υπάρχει η ακροαματική διαδικασία αυτή τη στιγμή, η κουλτούρα των ακροαμάτων στην Ελλάδα. Αυτό συμβαίνει σε όλο τον κόσμο, απλώς στην Ελλάδα υπάρχει πολύ μικρότερη σκηνή, πολύ μικρότερη ανάγκη, πολύ μικρότερος βαθμός εξοικείωσης με την έννοια της συναυλίας, της ακρόασης, της συνακρόασης, με την χρήση της κλασικής μουσικής… η ατμόσφαιρα στην Ελλάδα έχει να κάνει περισσότερο με την διασκέδαση. Στην Ολλανδία υπάρχουν χορωδίες, υπάρχουν ερασιτέχνες μουσικοί που εδώ δεν υπάρχουν, δηλαδή δεν είναι ότι όλα τα σπίτια  έχουν από ένα πιάνο και όλοι οι άνθρωποι παίζουν σονάτες του Σούμπερτ. Αυτή είναι μια περίεργη ατμόσφαιρα για έναν  μουσικό, για έναν άνθρωπο όπως εγώ.

 

Θεωρείς ότι μέσα από την κρίση που βιώνουμε (οικονομική, αξιών κ.ά.) ανθίζει τελικά η τέχνη;

Δε νομίζω ότι ακριβώς ανθίζει, διότι η τέχνη συνήθως ανθίζει λίγο μετά την κρίση. Δηλαδή σε μια εποχή μεγάλης ένδειας, σε μια εποχή τελείως μεγάλης αποκοπής από την αισιοδοξία, από όλα αυτά τα πράγματα, δεν ξέρω αν μπορεί να υπάρξει “φαρμακευτική τέχνη”, η οποία να φέρει ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. Πιστεύω δηλαδή ακράδαντα ότι στην ουσία μετά από εδώ, δηλαδή όταν θα ερειπωθεί τελείως αυτό το μέρος, οποιοδήποτε μέρος, εκεί θα ξεκινήσει κανείς να βλέπει τι πρώτες υγιείς φωνές.

 

Και τώρα τι κάνετε;

Νομίζω είναι καιρός του σπείρειν και καιρός του θερίζειν, αυτή τη στιγμή είμαστε σε αυτό το περίφημο σπείρειν. Το θερίζειν, τη στιγμή που θα αισθανθεί κανείς αισιόδοξος, θα πει ότι «όλα είναι εφικτά, όλα μπορείς να τα κάνεις». Ποιος αισθάνεται αυτή τη στιγμή ότι όλα μπορούν να συμβούν; Πιθανώς στα πλαίσια μιας φαντασίωσης ναι, αλλά δεν είναι ότι πήρα την απόφαση να κάνω αυτό και όλα γίνονται. Καταρχάς δεν υπάρχει αλληλεγγύη, και χωρίς αλληλεγγύη δεν μπορείς να το κάνεις αυτό.

 

Ούτε καν μεταξύ καλλιτεχνών;

Μα οι καλλιτέχνες δεν έχουν κανένα νόημα όταν δεν υπάρχει το ποίμνιο. Το ποίμνιο αυτή τη στιγμή δεν είναι καθόλου αλληλέγγυο, είναι κατά βάση μη αλληλέγγυο.

 

Θεωρείς ότι μπορεί η τέχνη να αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο;

Όχι. Συνδετικός κρίκος μπορεί να είναι μονάχα η παιδεία. Η τέχνη δεν έχει καμιά λειτουργία συνδετικού κρίκου, εκτός αν οι άνθρωποι βρεθούν σε συνέργεια, αλλά νομίζω ότι έχουν ένα τεράστιο έλλειμα κοινωνικής καλλιέργειας που αυτό δεν μας το επιτρέπει, όχι καλλιέργειας του «πόσο καλά θα ήταν οι άνθρωποι να γνωρίζουν απ’ έξω όλα τα έπη του Ομήρου», δεν είναι αυτό το θέμα μου.

 

Τέλος, γιατί να έρθει να σας ακούσει κάποιος;

Καταρχάς, η μουσική είναι καλή. Ένας λόγος που είναι πολύ σημαντικός είναι ότι μέσα από αυτό το «γνώριμο», είναι σαν να κάνεις ένα μεγάλο περίπατο σε ένα πάρκο στο οποίο βρίσκεις οικεία και ανοίκεια πράγματα, γνώριμα και άγνωστα πράγματα και αυτό είναι ένα παιχνίδι το οποίο έχει πολλή γοητεία. Είναι μια τελετουργία ανακαλύψεων. Ευχάριστων ή δυσάρεστων… δεν ξέρω. Πάντως, δεν είναι μια συναυλία για να μας ψυχαγωγήσει, είναι μια συναυλία για να μας κεντρίσει το ενδιαφέρον. Για να πούμε «Α! Τι έγινε τώρα;»

 

Πληροφορίες

Θέατρο Πόρτα, 23 & 30 Δεκεμβρίου

 

Σύνθεση:

Κορνήλιος Σελαμσής

Νικολέτα Χατζοπούλου

 

Μουσική:

Ευγένιος Ζημπάι, Φαίδων Μηλιάδης – βιολί

Κρυσταλία Γαϊτάνου – βιόλα

Άγγελος Λιακάκης – βιολοντσέλο

 

Τραγούδι:

Κωνσταντίνος Βήτα, Χαρά Κότσαλη

 

 

 

Η Δανάη Φαίδρα Θωμαΐδου αν και έχει εργαστεί, για 8 χρόνια, ως δημοσιογράφος σε τηλεοπτικό κανάλι, σχεδόν πάντα συστήνεται ως «δημοσιογράφος» (εντός εισαγωγικών) για λόγους που μόνο εκείνη ξέρει. Ονειρεύεται να διευρύνει τους… επαγγελματικούς ορίζοντές της & σε ένα εκατομμύριο άλλους δημιουργικούς τομείς. (ντοκιμαντέρ, κασκαντέρ, ανιματέρ, κοκ) Λατρεύει τους αγαπημένους της (ανθρώπους & σκύλους), τα ταξίδια, τα μπαχάρια, τις σβούρες, τα μεταλλικά κουτιά, τον M.Χατζηδάκι & τα blues. Όποτε “συννεφιάζει” επικίνδυνα ακούει το “Ain’t got no … I got life” της Nina Simone & αναθαρρεί. Τελειώνοντας, αναρωτιέται γιατί γράφει αυτές τις αράδες σε τρίτο πρόσωπο. Γιατί…;!


Link:Δανάη Φαίδρα Θωμαΐδου

test