http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/koublisgk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/artlimited_img173681gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/gianakidisthema007gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/orfanosthemegk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/148984_305522039568049_1826151624_ngk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/proviassiteiamgegk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/Edmondo-Senatoregk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/2541580gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/manikasgk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/themachine/modules/mod_image_show_gk4/cache/provias2gk-is-145.jpglink
0 1 2 3 4 5 6 7 8 9

Πέτρος Κουμπλής - Ζήτω η Μηχανή

H μηχανή (themachine) είναι κάτι πολύ περισσότερο απ’ αυτό που φαίνεται και ανα-γνωρίζουμε. Κυρίως όταν βρισκόμαστε/ζούμε εντός της.

Ακολουθεί ιστορία αληθινή – ενδεχομένως να σας αφορά.

(απόσπασμα από το βιβλίο μου «12 ιστορίες που ονειρεύονται να γίνουν παραμύθια»)

 

Η πιο ηρωική βίδα

Vivalavida!

 

Απόψε θα σας μιλήσω για τη βίδα που έγραψε ιστορία. Μην προτρέξτε να πείτε πως δεν σας ενδιαφέρουν οι βίδες και οι περιπέτειές τους. Ίσως να μην έχετε αντιληφθεί πλήρως τη σημασία της ύπαρξής τους. Οι βίδες είναι τα πιο αδιάφορα σημαντικά πράγματα στον κόσμο. Ολόκληρος ο πολιτισμός βασίζεται σε βίδες. Σκεφτείτε να μην υπήρχαν οι βίδες. Δε θα υπήρχε καμία μηχανή. Καμία οικιακή συσκευή, κανένα αυτοκίνητο, κανένα αεροπλάνο, κανένας υπολογιστής, καμία εφεύρεση που να απαιτεί μηχανισμό για την συναρμολόγηση , τη χρήση και την αναπαραγωγή του. Κοιτάξετε τριγύρω σας! Έτσι όπως κάθεστε, ρίξτε μια ματιά! Παντού υπάρχουν βίδες. Είτε είναι ορατές, είτε κρύβονται μέσα στις ανθρώπινες κατασκευές. Μέχρι και σε ανθρώπινα σώματα. Παντού βίδες! Εκατομμύρια, δισεκατομμύρια βίδες! Ακόμα και μία μόνο βίδα μπορεί να αποβεί καθοριστική στο ρόλο που υπηρετεί. Γι’ αυτό και συχνά , όταν κάποιος αποτρελαίνεται, όταν χάνει τα λογικά του κι «αποσυναρμολογείται» πνευματικά, συνηθίζουμε να λέμε πως του έχει λασκάρει κάποια βίδα.

Και γι’ αυτό μοιάζει παράξενο που κανείς δεν έχει γράψει κάποιο σημαντικό πόνημα για τις βίδες, δεν έχει αφιερώσει ένα βιβλίο, μια ταινία, έστω μια μικρή ιστορία. Μπορεί να μοιάζει αστείο, γελοίο, ανάξιο αναφοράς, αλλά ξέρετε, και οι βίδες έχουν καταπληκτικές ιστορίες τις οποίες δεν γνωρίζουμε.

 

Τα περισσότερα πράγματα στη ζωή έτσι κι αλλιώς τα αγνοούμε.

 

 Βεβαίως το ίδιο συμβαίνει και με τις βίδες. Γνωρίζουν μόνο όσες ιστορίες κι όσες αλήθειες έχουν υποπέσει στην σιδερένια αντίληψή τους. Έχουν ένα δικό τους κόσμο. Εντελώς ξεχωριστό. Σε αυτόν τον κόσμο είναι σημαντικό να είσαι βίδα με… παξιμάδι. Ή βίδα με ροδέλες και παξιμάδι! Είναι μια διαφορετική ασφάλεια. Είναι σημαντικό να είσαι βίδα που συχνά σε περιποιείται το κατσαβίδι και σε χαλαρώνει ανακουφιστικά από το αιώνιο πιάσιμο. Αλλάζει ολόκληρο το προσωπικό σου σενάριο , αν είσαι βίδα που ζει σε περιοχή με πολλές βροχοπτώσεις , αλλά εσύ είσαι προφυλαγμένη και δεν κινδυνεύεις από την σκουριά, όπως κάποιες άλλες  που είναι εκτεθειμένες στην καταστροφική μανία της υγρασίας.

Οι βίδες δεν μοιάζουν όλες μεταξύ τους. Ο διαχωρισμός είναι εμφανής με την πρώτη ματιά. Ορισμένες φορές χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή για να γίνει αντιληπτός. Κάποιες μοιάζουν σχεδόν απόλυτα μεταξύ τους. Υπάρχουν  βίδες σιδερένιες, ατσάλινες, ορειχάλκινες, ανοξείδωτες, ειδικής αντοχής, εξάγωνες, ντίζες γαλβανισμένες… Λογιών λογιών βίδες που ζουν και συγκρατούν μηχανισμούς και οτιδήποτε άλλο τους ζητήσουν οι θεοί τους.

 

Οι θεοί τους;

 

Ναι, οι βίδες έχουν τους δικούς τους θεούς, το δικό τους σύστημα αξιών και τους δικούς τους κανόνες. Το ποιος είναι ο θεός τους εξαρτάται συνήθως από το που βρίσκονται τοποθετημένες. Ο χώρος στον οποίο είναι βιδωμένες καθορίζει και την κοσμοθεωρία τους. Μια βίδα στριμωγμένη και λαδωμένη σ’ ένα βρώμικο καρμπιρατέρ πιστεύει στην θεότητα του αυτοκινήτου. Η θεότητα αυτή- για την οποία η βίδα δεν έχει πλήρη εικόνα, αλλά μόνο πίστη- μπορεί ν’ αποφασίσει το πως θα κυλήσει η ζωή της βίδας, αν θα είναι χρήσιμη ή όχι και πότε θα αντικατασταθεί. Ξέρετε καμιά φορά οι θεότητες των αυτοκινήτων αποφασίζουν, αυθαίρετα σύμφωνα με το πεπερασμένο της διάνοιας των βιδών, να χαλάσει η μηχανή και ξαφνικά – αχ, αυτό το ξαφνικά- η βίδα να περάσει στην αχρηστία και ίσως αργότερα στο θάνατο.

 

Δεν είναι μόνο οι εμφανείς διαφορές που ξεχωρίζουν τη μία βίδα από την άλλη. Κάποιες κατέχουν θέσεις κρίσιμες και η παρουσία τους αποτελεί εγγύηση για τις απλές βίδες. Αυτές είναι οι Σημαντικές Βίδες. Οι Σημαντικές Βίδες – και σας παρακαλώ να προσέξετε το κεφαλαίο «Σ» στη λέξη «Σημαντικές, δεν είναι τυχαίο, είναι δείγμα σεβασμού στο σύμπαν των βιδών – ασκούν επιρροή στις υπόλοιπες, κατέχουν αξιώματα στο σύστημά τους και καμιά φορά – όταν πρόκειται για τις Πολύ Σημαντικές Βίδες – μπορούν να εξηγήσουν και να ερμηνεύσουν τις επιθυμίες και τον Λόγο των εκάστοτε θεοτήτων.

 

Θα μπορούσα να σας πω πολλά ακόμα για τις βίδες, σελίδες ολόκληρες. Ξέρω, μπορεί ήδη να έχετε βαρεθεί. Και σε μένα δε μοιάζουν και τόσο γοητευτικές, μη νομίζετε. Αλλά δε μπορώ να μη σας διηγηθώ, μια που ανοίξαμε τη συζήτηση, όλα αυτά που ξέρω για «την πιο ηρωική βίδα του κόσμου». Όσα θα ακούσετε ή θα διαβάσετε είναι βασισμένα σε μια πραγματική ιστορία […]

 

Η Βίδα /Vida

 

Η βίδα ζούσε σ’ έναν μηχανισμό. Μαζί με κάποιες άλλες συγκρατούσε έναν χοντρό συρμάτινο ιμάντα, ο οποίος εκτεινόταν μέχρι την κορυφή του μαύρου ουρανού, μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι των βιδών. Η βίδα έμοιαζε ακριβώς όπως και οι υπόλοιπες τριγύρω της που υπηρετούσαν τον ίδιο σκοπό. Πιο πέρα υπήρχαν άλλες βίδες κι ακόμα πιο πέρα κάποιες Σημαντικές Βίδες, οι οποίες σπανίως απευθύνονταν στις κοινές βίδες. Η δική μας βίδα όμως, ένιωθε κάτι διαφορετικό. Κάτι που ξεπερνούσε και τα ίδια τα γνωστά μέχρι τότε συναισθήματα που επιτρέπεται να έχει μια βίδα. Μια παράξενη αίσθηση την κατέκλυζε και δεν ήταν σίγουρη τι της συνέβαινε ακριβώς. Προσπαθούσε ν’ ανακαλέσει στη μνήμη της πότε ήταν η πρώτη φορά που ένιωσε έτσι. Μάλλον ήταν λίγο αφότου την βίδωσαν σ’ εκείνο ακριβώς το σημείο του κόσμου. Στεκόταν ακινητοποιημένη, καρφωμένη, σ’ ένα αγκυλωμένο παρόν. Όπως κι όλες οι υπόλοιπες. Αλλά αυτό δεν της ήταν αρκετό. Έστρεψε το βλέμμα της στον σκοτεινό ουρανό κι άρχισε να αναρωτιέται. Ναι , εκεί έγινε η αρχή… Μόλις άρχισε ν’ αναρωτιέται:

«Γιατί είμαι εδώ;», « Τι είμαι ακριβώς;», «Ποια η αποστολή μου;» , «Υπάρχει κάτι περισσότερο που δεν γνωρίζω;».

 

Υπήρχαν εποχές που ξεχνούσε αυτά τα ερωτήματα. Και συνέχιζε να κάνει όλα όσα κάνουν στην καθημερινότητά τους οι βίδες. Ξέρετε τώρα… ρουτίνα και πάλι ρουτίνα. Μα ήταν και κάτι εποχές που επέστρεφαν τα ερωτήματα πιο έντονα κι επίμονα από ποτέ. Δε μπορούσε να ξεφύγει. Και δεν ήθελε να ξεφύγει. «Γιατί είμαι εδώ;» ,«Γιατί…;» Κι όσο επαναλάμβανε αυτό το «γιατί», έμοιαζε να χάνεται σ’ ένα ανεξερεύνητο σύμπαν και ένας ξαφνικός φόβος να την επισκέπτεται. Μόλις ερχόταν αυτός ο φόβος, σταματούσε αμέσως την σκέψη. Δίσταζε. Ήξερε πως κάτι υπήρχε πέρα από αυτόν. Κάτι ζωντανό, κάτι διαφορετικό από τη σφιχτά δεμένη και δεδομένη ζωή της.

 

Εκεί που ζούσε η βίδα δεν υπήρχαν μέρες και νύχτες. Δεν υπήρχαν καν ως έννοιες, γιατί ζούσαν μέσα στο διαρκές σκοτάδι και ο ουρανός έμοιαζε ακόμα πιο σκοτεινός. Η βίδα όμως , για έναν ακατανόητο λόγο, ήξερε πως υπήρχε και κάτι άλλο πέρα από το σκοτάδι. Μια νύχτα λοιπόν, αφέθηκε στα ερωτήματά της και σε όσα γεννούσαν αυτά μέσα της. Δεν ήταν θέμα απόφασης. Ή τεχνικής. Απλώς συνέβη. Ο φόβος την επισκέφθηκε, τον άντεξε και  ξαφνικά.. Ξαφνικά έγινε κάτι που μοιάζει με θαύμα… Ναι, ήταν θαύμα, πως αλλιώς να το περιγράψεις;

 

Η βίδα βρέθηκε μέσα στην απόλυτη γαλήνη. Στην απόλυτη ηρεμία και ισορροπία. Δεν είχα ξανανιώσει έτσι ποτέ. Και πιο τρελό απ’ όλα ήταν πως… πως μάλλον… πετούσε! Όχι μάλλον, πετούσε στ’ αλήθεια! Σαν μια μαγική πένσα ή ένα θεϊκό ουρανοκατέβατο γαλλικό κλειδί να την είχε ξελασκάρει , να είχε καταργήσει τη βαρύτητα και να την άφηνε ελεύθερη να αιωρείται! Δεν είχε βάρος, δεν είχε πια ατσάλινο σώμα!

 

«Κοίτα, κοίτα! Ο εαυτός μου! Εγώ είμαι! Χαχα! Εγώ είμαι!».

 

Μπορούσε να δει τον βιδωμένο εαυτό της από ψηλά. Έβλεπε και τις άλλες βίδες. Για πρώτη φορά είχε εικόνα του πως ήταν ο κόσμος στον οποίο ζούσε. Ήταν εντελώς διαφορετικός από αυτό το ύψος. Και είχε πράγματα που ποτέ της δεν είχε συναντήσει, αλλά ήταν δίπλα της, δίπλα στην καθηλωμένη πραγματικότητά της. Θέλησε να πάει προς τον σκοτεινό ουρανό. Και την ίδια στιγμή που έκανε την σκέψη, την ίδια στιγμή βρέθηκε ψηλά, στην κορυφή του ουρανού. Ο ιμάντας έφτανε μέχρι πάνω. Εκεί υπήρχε ένας άλλος μηχανισμός, με πολλές ακόμα βίδες. Σκέφτηκε αν υπήρχε κάτι πέρα από τον ουρανό. Κι αυτομάτως βρέθηκε στο φως. Ένα φως που την τύφλωσε. Το φως αυτό λεγόταν ήλιος, αλλά «ο ήλιος» δεν υπήρχε ως λέξη στο λεξιλόγιο του κόσμου απ’ όπου εκείνη προερχόταν. Ήταν ένα φως φιλικό, την ζέστανε αμέσως. Σκέφτηκε αν θα μπορούσε, έτσι όπως πετούσε, να συναντήσει κι άλλα μέρη. Κι ακριβώς με το που σχημάτισε ο νους της την σκέψη αυτή, μεταφέρθηκε αλλού. Ήταν ένα απίστευτο παιχνίδι. Κάθε της ερώτηση , είχε αυτόματη απάντηση. Και μεταφορά πέρα από το χώρο και το χρόνο. Είδε τον Πύργο του Άιφελ και τις εκατομμύρια βίδες που τον συγκρατούσαν, είδε το Μπιγκ Μπεν, είδε κατασκευές που δε θα μπορούσε καν να συλλάβει το μυαλό της. Είδε για πρώτη φορά θάλασσα, δέντρα, είδε ζώα και πουλιά. Είδε ανθρώπους.

 

Ένιωθε τις ήρεμες ανάσες της μέσα σε μια νεφέλη από μονοπάτια θαλπωρής. Αλλά υπήρχαν περάσματα όπου βίωνε και μια αρνητική ενέργεια. Κάτι δυσάρεστο. Υπήρχε και το κακό σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά γρήγορα βρισκόταν σε άλλη τοποθεσία και γαλήνευε ξανά.

 

Κάποια στιγμή ζήτησε αυτό ακριβώς που την είχε βγάλει από το σώμα της. «Θέλω να δω τι ακριβώς είμαι». Και αμέσως, στο επακριβώς ταυτόσημο σημείο του χρόνου βρέθηκε πάνω από ένα τεράστιο καζάνι. Εκεί μέσα υπήρχε ένα ρευστό υλικό, που κουνιόταν ομοιόμορφα, με μια απαλή κίνηση που έμοιαζε με κύμα της θάλασσας. Ήταν σαν… ζωντανό. Ήταν ζωντανό. Και η βίδα ήξερε αμέσως. Πως αυτό το υλικό ήταν όλες οι βίδες μαζί. Όλες ξεκινούσαν από αυτό το Ένα.

 

Είχε την απάντησή της.

 

Στο βάθος αχνοφαινόταν μια γραμμή, που της κίνησε την περιέργεια. Θέλησε να δει τι υπάρχει εκεί, μα την ίδια στιγμή είχε στο μυαλό της την πληροφορία «Όχι εκεί. Όχι ακόμα εκεί.»

Η βίδα επέστρεψε στο σώμα της. Ήταν κουρασμένη από το ταξίδι. Αλλά κουβαλούσε πια μέσα της μια αλήθεια που της είχε αλλάξει τη ζωή.

 

Τα αόρατα αυτά ταξίδια συνεχίστηκαν. Μπορούσε πια πολύ εύκολα να βγει από το σώμα της και να βρεθεί σε οποιοδήποτε σημείο της πλάσης. Μόνο πέρα από εκείνη την γραμμή δε μπορούσε να περάσει. «Όχι εκεί. Όχι ακόμα εκεί»

Άρχισε να μιλά δειλά δειλά και στις άλλες βίδες για τις εμπειρίες της. Για το κρυφό φευγιό της από τον φυσικό κόσμο. Στην αρχή οι άλλες βίδες πίστευαν πως τους έκανε πλάκα. Μετά άρχισαν να πιστεύουν πως είχε αποτρελαθεί.

 

«Λογικέψου, δεν γίνονται αυτά!» «Έχεις χάσει τελείως το μυαλό σου;» « Τι είναι δηλαδή αυτό το… φως;». «Ναι καλά, εντάξει. Συγκεντρώσου σ’ αυτό που έχεις να κάνεις, κι άσε προς το παρόν τις ονειροπολήσεις!»

 

Οι Σημαντικές Βίδες συνέχιζαν να μη δίνουν σημασία. Αλλά όταν οι κουβέντες γύρω από τα ταξίδια της βίδας πολλαπλασιάστηκαν κι έφτασαν στα αφτιά τους, τότε μία από εκείνες πήρε θέση.

«Αυτό που έζησε η συγκεκριμένη βίδα είναι … παραισθήσεις! Η εμπεριστατωμένη γνώση γύρω από την ίδια την ύπαρξη της βίδας μας δίνει σαφέστατες απαντήσεις και δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Πρόκειται για καθαρά φαντασιακή κατάσταση. Είναι κάτι σαν όνειρο. Θέλει να δει πράγματα, να ξεφύγει από την καθημερινότητά της και προβάλει όλο αυτόν τον κατασκευασμένο κόσμο σαν πραγματικότητα».

Η Σημαντική Βίδα χρησιμοποίησε τόσο βαρυσήμαντες λέξεις, που καμιά δε μπόρεσε να φέρει αντίρρηση. Και γιατί να το έκανε άλλωστε;

 

«Μα, αλήθεια σας λέω! Βγήκα από το μικρό σώμα μου! Και υπάρχουν πολλά πράγματα εκεί έξω. Ο μαύρος ουρανός δεν είναι το τέλος του κόσμου. Δεν είναι καν η αρχή! Και όλοι είμαστε Ένα! Το ακούτε; Ένα! Είμαστε φτιαγμένοι από το ίδιο υλικό! Μετά χωριζόμαστε, αλλά παραμένουμε Ένα! Το είδα, δεν το φαντάστηκα, σας τ’ ορκίζομαι!».  

 

Μια Πολύ Σημαντική Βίδα πήρε το λόγο.

« Έχετε δίκιο, αγαπητή βίδα. Είμαστε όλοι ένα. Είμαστε όλοι ένα στην προσπάθειά μας να λειτουργήσει εύρυθμα η γειτονιά μας και γενικότερα η μηχανή στην οποία έχουμε γεννηθεί. Σας ευχαριστούμε πολύ για το πραγματικά θετικό μήνυμα που μας μεταφέρετε. Συνεχίζουμε τη δουλειά μας αγόγγυστα, με γνώμονα το γενικό καλό και τα υψηλά ιδανικά μας. Ζήτω οι βίδες! Ζήτω η μηχανή!», είπε και οι υπόλοιπες βίδες άρχισαν να χειροκροτούν.

 

Ήταν όλοι ευχαριστημένοι που δεν είχαν καταλάβει τίποτα.

 

Η βίδα δεν ήθελε να το συνεχίσει άλλο. Δεν επιθυμούσε να τους επιβάλει κάτι, να τους υποδείξει, να τους κάνει κατήχηση. Ήθελε μόνο να μοιραστεί την αλήθειά της. Γιατί ήταν αλήθεια παρηγορητική, ήταν αλήθεια λυτρωτική, ήταν αλήθεια που στο φως της όλα έμοιαζαν διαφορετικά, ήταν όμορφα, είχαν νόημα.

 

Μια Μέρα όμως…

 

Πέρασε ο καιρός – πάντοτε περνά.

Οι βίδες συνέχιζαν τις ζωές στους. Ήταν πάντοτε απασχολημένες με όλα τα ζητήματα που μπορούν να προκύψουν. Ξέρετε τώρα… πόσο γεμάτη μπορεί να είναι η ζωή μιας βίδας. Δεν βρίσκουν εύκολα χρόνο. Πρέπει συνεχώς να είναι καλά στερεωμένες, βιδωμένες και να συγκρατούν αυτό που τους αναλογεί. Κι έτσι περνούν τα χρόνια μέχρι να τις αντικαταστήσουν και να ‘ρθουν καινούριες βίδες, νεότερες για να συνεχίσουν τη δουλειά.

 

Μια μέρα όμως, συνέβη κάτι αναπάντεχο. Ένας εκκωφαντικός ήχος. Τρεις από τις Σημαντικές Βίδες λάσκαραν τελείως και έφυγαν από τη θέση τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κι άλλες έξι απλές βίδες να σπάσουν ακαριαία. Ο μηχανισμός ήταν έτοιμος να καταστραφεί. Επικράτησε πανικός. Φωνές, ουρλιαχτά απόγνωσης. «Θα πεθάνουμε, θα πεθάνουμε!» ακουγόταν από παντού. Οι βίδες που κρατούσαν τον χοντρό συρμάτινο ιμάντα αδυνατούσαν να συνεχίσουν. Όλες είχαν παραδοθεί στο μοίρα τους. Μόνο μία βίδα έδειχνε ν’ αντιστέκεται. Μόνο μία έδειχνε να μη φοβάται το τέλος. Γιατί ήξερε πως δεν υπάρχει τέλος. Είχε δει και γνώριζε με κάθε σιγουριά της ψυχής της πως δεν υπάρχει ούτε τέλος , ούτε αρχή.

 

Κρατούσε πια μόνη της ολόκληρο τον εκκρεμή μηχανισμό. Αν τα παρατούσε θα έσπαγε τελείως ο ιμάντας από το μεγάλο βάρος.

«Κράτα, κράτα!!!» της φώναξαν κάποιες βίδες που τα είχαν εγκαταλείψει την προσπάθεια. «Αποκλείεται να τα καταφέρει…», είπαν απελπισμένες κάποιες άλλες. Κι εκείνη προσπαθούσε. Αντλούσε όλη της δύναμη, όχι από το μηδαμινό, ελάχιστο σώμα της, μα από όλα όσα κουβαλούσε μέσα της και την έκαναν να ελπίζει και να μη φοβάται τίποτα. Και κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε έμοιαζε με μια ολόκληρη ζωή. Μέχρι που ακούστηκε ξανά ένα δυνατός θόρυβος. Η μηχανή είχε ακουμπήσει κάπου σταθερά και δεν χρειαζόταν πια τον ιμάντα για να κρατηθεί.

 

«Σωθήκαμε…; Σωθήκαμε; Σωθήκαμεεε! Σωθήκαμεεεε!!!!»

 

Τα είχε καταφέρει! Η βίδα τα είχε καταφέρει! Τους είχε σώσει όλους! Είχε σώσει τις βίδες! Είχε σώσει τη μηχανή! Ήταν ένα θαύμα! Ένα αληθινό θαύμα!!!

Και οι βίδες ήταν χαρούμενες. Γρήγορα ήρθε ένα θεϊκό ηλεκτρικό κατσαβίδι και αποκατέστησε τις νεκρές ή τραυματισμένες βίδες.

 

Οι Σημαντικές Βίδες συνεχάρησαν την ηρωική βίδα, εξήραν την αυτοθυσία της, τόνισαν πως μόνο έτσι μπορεί να υπάρχει μέλλον για τη μηχανή και συνέχισαν τη ζωή τους.

 

«Ζήτω οι βίδες! Ζήτω η μηχανή!»

 

Κι όμως ποτέ δεν κατάλαβαν πως κατάφερε να σώσει τον κόσμο τους.  Και ποτέ δεν έμαθαν πως μπόρεσε εκείνη η ηρωική βίδα και κράτησε μόνη της ένα ολόκληρο ασανσέρ με τέσσερις ανθρώπους μέσα, πριν σπάσει το συρμάτινο σχοινί που κρατούσε το κουβούκλιο και τους τραυματίσει σοβαρά η αιφνίδια πτώση του.

 

 Μα κι οι άνθρωποι δε γνώριζαν πως κάποτε, ένα μεσημέρι όπως όλα τ’ άλλα, τους έσωσε τη ζωή μια βίδα. Και δεν το έμαθαν ποτέ. Και συνέχισαν τις ζωές τους , αφηρημένοι και πολυάσχολοι.  

 

Πέτρος Κουμπλής

Ο Πέτρος Κουμπλής είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Από τα δεκαοκτώ του χρόνια να ασχολείται με την τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Έχει συμμετάσχει σε πολλές τηλεοπτικές παραγωγές, έχει επιμεληθεί και παρουσιάσει ενημερωτικά και ψυχαγωγικά προγράμματα (ALPHA, ΕΡΤ, ΣΚΑΪ), έχει ασχοληθεί με ντοκιμαντέρ (EΡΤ, EBU), τη συγγραφή σατιρικών κειμένων και την σκηνοθεσία. Έργα του: «12 Ιστορίες που ονειρεύονται να γίνουν Παραμύθια» (Άνεμος), «Η θεία Δίκη» (Καστανιώτης), «Ο Θεός βαριέται τώρα τελευταία» (θεατρικό). Εδώ και πολλά χρόνια έχει καθημερινή εκπομπή στο ραδιόφωνο.

www.koublis.gr