Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια χώρα…μέρος 4ον | Tου Νίκου Ορφανού

Breaking Bad – Akis!

Το δωμάτιο στο γυάλινο κτήριο της Σάνσετ μπούλεβαρντ είναι μέσα στο μίνιμαλ. Ένα γραφείο με ένα θεόρατο Μακ, χαμηλό τραπεζάκι αλά 60ς, ένα μικρό μπαρ αριστερά πίσω από την πόρτα, με ένα τεράστιο μπουκάλι με σιφόν. Ο τοίχος πίσω από το γραφείο γεμάτο κορνιζαρισμένες πλακέτες. Βραβεία από δω, βραβεία από κει, για ταινίες και άλλες ταινίες και κορνίζες με γνωστούς σκηνοθέτες και ηθοποιούς.

Η τζαμαρία στα δεξιά να δείχνει τα αυτοκίνητα να αγκομαχάνε κάτω στη ζεστή λεωφόρο, με τα τζάμια ερμητικά κλειστά και τα ερ κοντίσιον στο φουλ. Πίσω από το φιμέ τζάμι, ο Τζέρεμι, κοιτάζει τους φοίνικες στο βάθος κρατώντας ένα βέρτζιν μοχίτο.

 

«Γαμώ την επιτυχία μου», σκέφτηκε. «Τώρα που μου ήρθαν τα λεφτά και τα μουνιά, έπρεπε να είμαι παντρεμένος;»

 

Ρούφηξε μια γουλιά. Σωριάστηκε στη δερμάτινη λευκή πολυθρόνα και άνοιξε το κάτω συρτάρι του γραφείου. Ένα σπιρόδετο πάκο δακτυλογραφημένων σελίδων πάνω πάνω, βγήκε από το συρτάρι και ξάπλωσε στο γραφείο του. Διάβασε τον τίτλο: Breaking Badakis.

 

«Αυτοί οι ελληνοαμερικάνοι είναι εμμονικοί με τους ελληνικούς ιδιωματισμούς!» συλλογίστηκε.  Του ήρθε στο μυαλό η συνάντηση της περασμένης εβδομάδας:

 

Το εστιατόριο ήταν ασφυκτικά γεμάτο. Ο Τζέρεμι και η παρέα του μόλις είχαν τελειώσει το δείπνο τους και απολάμβαναν ένα γαλλικό μπράντυ. Ο Μάρτιν και ο Μπόμπυ προσπαθούσαν να τον πείσουν για μια καινούρια ταινία με συμμορίες. «Πάλι τα ίδια ρε μάγκες;», -«εξκιούζ μη», η φωνή τους διέκοψε. Γύρισαν και οι τρεις και αντίκρυσαν έναν ξερακιανό εξηντάρη με φαλάκρα και αραιό μουστάκι που έδειχνε αλλοδαπός. «Γιου αρ Μάρτιν Σκορσέζε, ράιτ; Άη αμ δη εξ πράιμ μίνιστερ οβ Γκρης. Άη αμ τούρινγκ αράουντ δε Στέητς, εντ άη γουντ λάικ του γκιβ γιου ε σκριπτ φορ ε μούβι άη χαβ ρίτεν».

 

Γκόου φακ γιορσελφ φιλαράκο, σκέφτηκε απομέσα του ο Τζέρεμι, αλλά ο Μάρτιν ψάρωσε με τον πολιτίσιαν, γράπωσε το σενάριο και φεύγοντας το ξέχασε στην καρέκλα.  Το κοίταξε ξανά. «Χου νόουζ γουώτ κάιντ οβ μπούλσητ ιτ ιζ ρίτεν ινσάιντ, ας το ξεφυλλίσω»

 

Για να μην κουράσουμε τον αναγνώστη, θα συνεχίσουμε μεταφράζοντας στα ελληνικά τα άψογα αγγλικά του Έλληνα πολιτικού και επίδοξου σεναριογράφου. Εν παρενθέσει, οι σκέψεις του αμερικανού παραγωγού:

 

Σύνοψις:

 

Ο Άκης είναι ένας ιδεολόγος νέος φοιτητής σε γερμανικό πανεπιστήμιο. Γαλουχημένος με μαρξιστικές και τροτσκιστικές ιδέες (χου δε φακ ιζ Τρότσκι, μαν;), βρίσκεται εγκλωβισμένος στη Γερμανία, καθώς στη χώρα του, μια μικρή γωνιά στα Βαλκάνια, (Βαλκάνια;) γίνεται δικτατορία. Ο Άκης γίνεται μέλος σε μια αντιστασιακή οργάνωση εξορίστων, οι οποίοι οργανώνονται σε μια σοσιαλιστική ομάδα εξτρεμιστικής αντίστασης, κάτω από την καθοδήγηση του επίσης εξόριστου πρώην δημοκράτη υπουργού και γιου του εκτοπισθέντος πρωθυπουργού της μικρής χώρας. (Χου ιζ δις κάντρι, Πάναμα μέημπυ;)

 

Ο Άκης πρωτοστατεί στον αγώνα μοιράζοντας φυλλάδια, γράφοντας πλακάτ και κάνοντας σεξ μόνο με κομμουνίστριες συμφοιτήτριές του. (σαμ πούσι ατ λαστ!). Μετά από μια βίαιη εισβολή από γειτονική χώρα (το μπάτζετ απογειώνεται μαν, βλέπω πλοία και αεροπλάνα φάιτινγκ), στη μικρή χώρα γίνεται δημοκρατία και ο Άκης με τον αρχηγό της οργάνωσης επιστρέφουν στην πολύπαθη πατρίδα τους. (polypathi; Γουώτ ιζ δις;) Η οργάνωση μετατρέπεται σε σοσιαλιστικό κόμμα και κατεβαίνει στις εκλογές. Βγαίνει τρίτη παράταξη σε ψήφους. Τα χρόνια περνούν. Ο ήρωάς μας γίνεται μαχητικός και μετράει πολλές ερωτικές επιτυχίες μέσα στο κόμμα (μορ πούσι, μαν), ώσπου τελικά παντρεύεται την παλιά του αγάπη από το γερμανικό πανεπιστήμιο, η οποία μετακομίζει μαζί του στην Ελλάδα. (του μένυ τζέρμανς, ιτ ιζ νοτ αμπάουτ Χίτλερ, άη χόουπ).

 

Ο Άκης είναι το πρωτοπαλίκαρο του σοσιαλιστικού κόμματος το οποίο συνεχώς ανεβαίνει. Βρίσκεται πάντα δίπλα στον αρχηγό του και του συμπαραστέκεται σε όλους τους αγώνες για τη δημοκρατία: Στις συνδικαλιστικές οργανώσεις, στα εργοστάσια, τις απεργίες και στις αγωνιστικές παρτούζες (μορ πούσι, δε γκρηκς αρ σεξ μένιακς!)

Κάποτε έρχεται η πολυπόθητη στιγμή. Το κόμμα του Άκη γίνεται κυβέρνηση και ο πρωταγωνιστής μας γίνεται με τη σειρά του υπουργός. Ο αγώνας δε θα είναι καθόλου εύκολος, αφού η δεξιά διακυβέρνηση έχει αφήσει πίσω της καμένη γη. Ο Άκης ρίχνεται με τα μούτρα στα μεγάλα έργα για την ανόρθωση του τόπου του και τη θεμελίωση του σοσιαλισμού. Μια εικοσαετία σχεδόν, όπου βλέπουμε την άνοδο και την πτώση του σοσιαλισμού στην Ελλάδα (άη νιου ιτ γουώζ φάκινγκ Γκρης!) με σκάνδαλα, φαινόμενα σήψης και διαφθοράς, γκομενοδουλειές (του μένυ πούσι), δωροδοκίες, και συντροφικά μαχαιρώματα, όπου ο ήρωάς μας παραμένει ήρωας και αδιάφθορος. Εν τω μεταξύ έχει γίνει πατέρας και είναι ένας ηθικότατος οικογενειάρχης.

 

Κάποια στιγμή ο αρχηγός του κόμματος και μέντορας του Άκη ασθενεί και πεθαίνει. Ο αγώνας για την  αρχηγία ξεσπάει αδυσώπητος. Ο Άκης παλεύει με όλες του τις δυνάμεις. Είναι το αδιαφιλονίκητο φαβορί! Δυστυχώς, παρά τα προγνωστικά που είναι όλα υπέρ του, χάνει από έναν αντίπαλο, πολύ πιο ανίκανος και κοντός απ’ αυτόν. Ταυτόχρονα μια εκστρατεία λάσπης και συκοφαντίας αμαυρώνει τη φήμη και την ηθική του. Ο γάμος του περνάει κρίση. Τον κυριεύει η κατάθλιψη από την αχαριστία των παλιών του συναγωνιστών. Σκέφτεται την αυτοκτονία. Ένα απονενοημένο βράδυ, που τα πίνει μόνος σε ένα μπαρ, όπου ταυτόχρονα γράφει το τελευταίο του σημείωμα, θα γνωρίσει μια όμορφη και χυμώδη μελαχρινή (σταρ πούσι, άη’λ κωλ Αντζελίνα).

 

Η όμορφη και χαζή κοπέλα θα τον σώσει από το μαύρο λούκι στο οποίο είχε βυθιστεί. Χωρίζει τη γυναίκα του. Εν τω μεταξύ, ο αντίπαλός του τον έχει διορίσει υπουργό εθνικής αμύνης για να του κλείσει το στόμα. Αποφασίζει να εκδικηθεί τους παλιούς του συντρόφους. Θα αρπάξει όσα περισσότερα λεφτά μπορεί από την καινούρια του θέση χωρίς να το καταλάβει κανείς. Θα τους εξαπατήσει κάτω από τη μύτη τους. Και κατόπιν θα τα διαθέσει για αγαθοεργίες. Θα γίνει ο δημοφιλέστερος υπουργός στην ιστορία της μικρής χώρας!

 

Πραγματικά, χωρίς να πάρει χαμπάρι κανένας, ο δαιμόνιος ήρωάς μας, στήνει ένα ολόκληρο δίκτυο, που του αποφέρει θηριώδη κέρδη. Φτιάχνει ένα κύκλωμα από οφ σορ εταιρείες με συγγενικά του πρόσωπα, δεκάδες μη ανιχνεύσιμους λογαριασμούς σε ελβετικές τράπεζες, και αποταμιεύει σε υπόγεια τραπεζικά κιτάπια εκατομμύρια ευρώ. (evro; Μαστ μπη σαμ στρέηντζ κόιν). Μάλιστα επιτυγχάνει να επανεκλεγεί επανειλημμένα, βάζοντας χαρτονομίσματα μέσα σε ψηφοδέλτια (σαμ φάκινγκ αηντία, μαν!).

 

Αφού κάποια στιγμή συγκεντρώσει ένα τεράστιο χρηματικό ποσό, ενώ είναι έτοιμος να ξεκινήσει ένα μεγάλο σχέδιο αγαθοεργιών, η νέα του σύντροφος, του δηλώνει ότι έχει δημιουργήσει ένα αβυσσαλέο χρέος σε πιστωτικές κάρτες και ψώνια που έχει πραγματοποιήσει. Ο Άκης βρίσκεται σε δίλημμα: Να βοηθήσει την  αγαπημένη του να ξεχρεώσει ή το δοκιμαζόμενο λαό του;

 

Το σενάριο διαπραγματεύεται στην ουσία την αλαζονεία της εξουσίας και του πώς μπορεί ένας άνθρωπος να μείνει αδιάφθορος μέσα σε ένα βρώμικο κόσμο.

 

(γουήτς μηνς, ξεκίνημα εποχής, σκηνογραφική φασαρία μεγάλη, πολλά μουνιά, πολιτικοί και κοστούμια, αλλά ρε μαν, σε μια μικρή χώρα; Ποιον αφορά; Του ματς μάνκυ μπίζνες. Θα το στείλω στο Μάρτιν μήπως το ξαναγράψουμε στο Μπρονξ. Να βαλουμε και το Μπραντ ως πολιτίσιαν. Μμ. Νοτ μπαντ. Ιτ χαζ σαμ μπρεντ, έχει ψωμί.)

 

Σηκώνει το τηλέφωνο και δίνει εντολή στην ξανθιά μπίμπο γραμματέα του: «Τζούλι μπέημπυ, πάρε μου το Μάρτιν και κλείσε μου ένα αλέ ρετούρ για Μπιγκ Άπλ και ένα τραπέζι για τέσσερις απόψε στο Τραϊμπέκα. Και βρες μου αυτόν τον πρώην πρωθυπουργό της Ελλάδας, γουώτς χιζ φάκινγκ νέημ, αα, γιες, Τζορτζ Παπαντράου!»

 

Στράγγιξε το βέρτζιν μοχίτο και σηκώθηκε να ξεμουδιάσει. Κοίταξε πάλι κάτω στη λεωφόρο και το σούρουπο που έπεφτε στο βάθος, βάφοντάς τα όλα πορτοκαλί και μωβ.

 

I love this fucking job! Σκέφτηκε και τέντωσε τα χέρια του.


Twitter: Nikos Orfanos