http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/tsokoscover55gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/sxoinacover5gk-is-145.pnglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/orfanoscover3gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/sxoinacover35gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/provias-vivliogk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/sxoinacover8gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/lonelyheartgk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/sxoinacovergk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/orfanoscovermiafora2gk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/orfanosarticlegk-is-145.jpglink
http://www.themachine.gr/modules/mod_image_show_gk4/cache/eissarkamiagk-is-145.jpglink
0 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια χώρα…μέρος 3ον, του Νίκου Ορφανού

1978 και μια κοινωνία μεταπολίτευσης.

Η παρέα είχε αράξει στη Φωκίωνος Νέγρη, σε σημείο κομβικό, να αγναντεύει τον κόσμο της αστικής Κυψέλης να ανεβοκατεβαίνει, και το είχε στρώσει για τα καλά στην πολιτικολογία. Τα «σύντροφε», «συναγωνιστή» και τα λοιπά, έδιναν και έπαιρναν. Ντάλα καλοκαιράκι στην Αθήνα, ότι είχαν τελειώσει οι εξεταστικές στα Πανεπιστήμια, τα οποία σιγά σιγά ερήμωναν, καθότι αναχωρούσαν οι φοιτητές για τα χωριά τους, και για κανένα κάμπινγκ οι πιο κονομημένοι, αλλά και διότι κλιματισμοί τότε δεν υπήρχαν και το μαρτύριο του να στάζει ο ιδρώτας πάνω στην κόλλα την ώρα της εξέτασης ήταν αφόρητο, ένας λόγος παραπάνω να φεύγουν τρέχοντας οι σπουδαστές από την αίθουσα τελειώνοντας.

Φοιτητές και τα παιδιά της παρέας, οργανωμένοι όλοι σε κομματικές νεολαίες, αριστερών ως επί το πλείστον αποχρώσεων, σταματούσαν μόνο τον ειρμό των συζητήσεων κάθε φορά που μια νεαρά ύπαρξη, με κοντό αέρινο φουστανάκι και σανδαλάκια θερινά, διέσχιζε το πυρωμένο πεζοδρόμιο, δίνοντας αφορμή για σχόλια ερωτικού περιεχομένου, έμπλεα μαρξιστικών αποχρώσεων.

Τα παιδιά της παρέας μας, έχοντας κολλήσει τόνους αφισών με την περίφημη νερόκολλα και τη βούρτσα σε χιλιάδες κολώνες και ντουβάρια, πλησίαζαν στο τέλος των σπουδών τους. Άλλος στη Νομική, άλλος Φιλοσοφική, άλλος Θεολογία. Κάποιοι θα έκαναν χαρτιά για επετηρίδα, κάποιοι είχαν άλλα σχέδια.

Τέλος της περιβόητης και έντονα πολιτικοποιημένης δεκαετίας του ’70 βλέπετε είναι ο χρόνος μας, και η εποχή που θα ερχόταν θα σφραγιζόταν και από κάποια από τα νεαρά μας πρόσωπα. Η γενιά της μεταπολίτευσης, είχε αγωνιστεί σε Πολυτεχνεία, πορείες, αστυνομικές συγκρούσεις, με το κράτος της δεξιάς, και τώρα ερχόταν με ορμή να εξαργυρώσει σε καριέρα παντός είδους και πόστου, όλη της την αγωνιστική διάθεση.

Ο Χρήστος τελείωνε τη Νομική. Πρόεδρος στην Εφεέ, την ένωση των φοιτητών. Σκυλιάσανε τα αριστερά συντρόφια για την πρωτιά του, επιτέλους, αυτό το φτωχόπαιδο από τη Λάρισα, που γύρναγε πριν δυο χρόνια τα τραπέζια στα πέριξ της πλατείας Αμερικής, μπας και βρει κανένα γνωστό να τον κεράσει τίποτα, άρχισε να νιώθει ότι ήταν κι αυτός κάποιος. Και ότι μπορούσε να γίνει και κάποιος άλλος, καλύτερος και σημαντικότερος.

«Να πάρεις πρώτα το πτυχίο σου», του είχε πει ο πρόεδρος, όταν του είχε για λίγο μιλήσει στο συνέδριο. Λίγο πριν, ο κομματικός του πατέρας είχε σκύψει στο αυτί του προέδρου και του είχε δώσει πληροφορίες για το Χρήστο. Ο πρόεδρος χαμογέλασε και του είπε αυτή τη φράση για το πτυχίο του.

«Παιδιά πρέπει να φύγω», είπε ο Χρήστος στην παρέα,  «με περιμένει πρόσωπο». Άφησε ένα δεκαρικάκι στο τραπέζι και σηκώθηκε. Καθώς απομακρυνόταν τα συντρόφια τον κοίταξαν με ζήλια. «Για κοίτα φίλε μου, που έβγαλε γκόμενα κι ο Χρηστάκης ο ψωμόλυσσας», είπε ο Μάνθος από το Ρήγα. «Βρε ας μην έβγαινε πρόεδρος και σου ‘λεγα εγώ», είπε ο Στέλιος από το ΕΚΚΕ. Η παρέα γέλασε, πλήρωσαν το λογαριασμό, μάζεψαν τις χακί τσάντες τους, με τα τεύχη του Αντί, της Αυγής, του Ριζοσπάστη, αποχαιρετίστηκαν και χάθηκαν στα στενά της πόλης, καθώς έπεφτε το σούρουπο.

 

Σκληρό παρόν…

 

Τσαφ! Τίναξε τη μυγοσκοτώστρα πάνω στο κομμάτι κέικ που είχε ξεμείνει στο τραπέζι. Εφτά μύγες έγιναν λιώμα. Εφτά με ένα χτύπημα, όπως στο παραμύθι, λες να το χτυπήσω τατού να ψαρώσω τον Πάγκαλο στην παραλία της Τζιας; σκέφτηκε. Τριανταπέντε χρόνια σχεδόν μετά το καλοκαιρινό εκείνο απόγευμα, και ο Χρηστάρας πρώτη φορά ήταν σε κομματική αεργία.

 

Φόρεσε την Τόμι Χίλφιγκερ σαγιονάρα του, τίναξε τα ψίχουλα από το μαύρο λακόστ μπλουζάκι του και κοίταξε την πισίνα που στραφτάλιζε κάτω από τον ήλιο. Ένα πουλάκι έσκυβε και έπινε νερό στην άκρη της. Ζήλεψε. Σκούπισε το τραπέζι και σηκώθηκε. Πλησίασε το νεροχύτη. Μια στοίβα πιάτα, απομεινάρια του χθεσινοβραδινού τραπεζιού του έβγαζε τη γλώσσα.

«Μη χαλάμε ρεύμα στο πλυντήριο πιάτων ρε Χρήστο, τώρα που αυξήθηκαν και τα τιμολόγια. Σε πειράζει να τα πλύνεις χειροποίητα;»

Του έκανε και πλάκα από πάνω, δε φτάνει που ο ίδιος είχε αυξήσει τα τιμολόγια, δε φτάνει που δέχτηκε, κοτζάμ πρώην υπουργός ο Χρηστάρας, να κάνει την παραδουλεύτρα στον αρχηγό για να εξιλεωθεί για την κριτική που είχε ασκήσει στο πρόσωπό του στο παρελθόν, να πλένει και πιάτα σαν το Χατζηχρήστο, σε εκείνη την ταινία; «Πως πέρασες Χρήστο στον αρχηγό;» «Πολύ πιάτο ρε παιδιά, πολύ πιάτο!». Που θα μου πάει, δε θα γυρίσει ο τροχός, έχει η πολιτική γυρίσματα, βρωμογούρουνο, συλλογίστηκε. Καλά που με πιστεύουνε όταν λέω στους δικούς μου ότι έρχομαι για σύσκεψη μαζί του, αλλιώς δε θα είχε τέλος ο ξεπεσμός μου.

 

Ευτυχώς είχε καβατζώσει ένα καλό κομπόδεμα θαμμένο στο εξοχικό του στο χωριό. Είχε βολέψει και την κοράκλα του στην παγκόσμια τράπεζα και όταν μπούχτιζε, έπαιρνε το αερόπλανο για Νιου Γιορκ, στα παλιά του διεθνή λημέρια, να βολτάρει με το Γιώργαρο στις όχθες του Χάντσον, τρώγοντας παγωτά κάτω από τον ήλιο. Καλό παιδί ο Γιωργάκης, αλλά του προκαλούσε υπνηλία όποτε ξεκίναγε να μιλάει.

Η Νέα Υόρκη όμως, ε; αααχ! Μόνο οι ουρές τον ενοχλούσαν στα μαγαζιά, που δεν τον αναγνώριζαν για να τον αφήσουν να περάσει μπροστά. Δεν πειράζει. Όταν θα έγραφε κάποτε τα απομνημονεύματά του, μια τέτοια φωτογραφία θα έβαζε, να περπατάει στο μεγάλο μήλο και μια τιτλάρα του τύπου: «Μια ζωή στα πόστα!» Χαχα! Πλάκα θα είχε! Να τους έτριβε την καριέρα του στα μούτρα!

Κρατς! Ένα πιάτο του γλίστρησε από τα χέρια κι έγινε θρύψαλα. Κοίταξε έντρομος την πόρτα. Τα βήματα ακούστηκαν βαριά. Ο Πρόεδρος μαχμουρλής και αναμαλλιάρης εμφανίστηκε.

«Βρε άχρηστε παλιοπασόκε, ούτε δυο πιάτα δε μπορείς να πλύνεις χωρίς να τα κάνεις ρόιδο; Θα μου τα πληρώσεις, ό,τι ζημιά κάνεις θα στη χρεώνω.»

«Συγγνώμη αρχηγέ…είμαι ένας άχρηστος…εκλιπαρώ τη συγχώρεσή σου…» είπε ο Χρήστος και ξέσπασε σε κλάματα. «είμαι ένας τιποτένιος, ένα χαμένο κορμί, συγχώρεσέ με, σε παρακαλώ…»

Ο πρόεδρος τον κοίταξε με συγκρατημένη συγκίνηση. Έμεινε βουβός και σκεφτικός. Αφού ο Χρήστος ηρέμησε κάπως, ο πρόεδρος, έφτιαξε το μπλουζάκι που είχε τραβηχτεί αποκαλύπτοντας τη χοντροκοιλιά του, και μετά από μια φορτισμένη παύση, είπε:

«Χρήστο χαίρομαι που η χειρωνακτική σου διαπαιδαγώγηση έπιασε τόπο. Βλέπω ότι πλέον κατάλαβες τη θέση σου, και έμαθες και να φέρεσαι και να σέβεσαι. Η πίστη σου σε μένα σε έσωσε και θα ανταμειφθείς. Είχε δίκιο ο Λαφαζάνης που μου σύστησε τη μέθοδο που έκαναν παλιά στους παραστρατημένους Κνίτες.»

Ο Χρήστος σκούπισε τα μάτια του και είπε χαμηλόφωνα:

«Είναι τιμή μου να σε υπηρετώ αφεντικ- αρχηγέ.»

Ο Πρόεδρος άνοιξε το ψυγείο. Έβγαλε την τούρτα σοκολάτα που είχε απομείνει, έκοψε με το χέρι ένα κομμάτι και το μπούκωσε.

«Ετοίμασε τις βαλίτσες σου. Αναλαμβάνεις εκπρόσωπος στην παγκόσμια τράπεζα. Και να ξέρεις, θα σε παρακολουθώ. Την επόμενη φορά που θα μου κάνεις κριτική θα είμαι αμείλικτος».

Ο Χρήστος έπεσε στα γόνατα, του έπιασε το λερωμένο από σοκολάτα και σαντιγύ χέρι και άρχισε να το γλείφει.

«Σε ευχαριστώ πρόεδρέ μου, σε ευχαριστώ»

Ο Πρόεδρος ρεύτηκε.

«Μόλις τακτοποιηθείς, στείλε μου δύο ipadmini, ένα για μένα κι ένα να το κάνω δώρο στο σύντροφο Αλέξη, να μη μου τη λέει στη Βουλή».

 

Κι όλα αρχίζουν ξανά…

 

Ο Χρήστος βγήκε από το σπίτι. Ο οδηγός του, του άνοιξε την πόρτα του άουντι.

«Σπίτι ρε!», τον διέταξε. Το αυτοκίνητο ξεκίνησε με φόρα.

Θυμήθηκε ένα παλιό απόγευμα στη Φωκίωνος. Να είχε τώρα ένα φραπέ με γάλα!

 


Twitter: Nikos Orfanos