Άλμπουμ. | Του Κωνσταντίνου Περάκη

Σε όλους αρέσουν οι φωτογραφίες. Δεν μιλάω βέβαια για αυτήν την αυτάρεσκη έκδοση τους που προβάλλεται για δημόσια κατανάλωση και σχολιασμό στον κόσμο των social media αλλά για κείνη την έμφυτη ανάγκη των ανθρώπων  να παγώσουμε στον χρόνο τις στιγμές μας. Να τις ζούμε ξανά και ξανά απλά κοιτάζοντας ένα κομμάτι ιλουστρασιόν χαρτί. Εκεί καταφέραμε με ένα κλίκ να χωρέσουμε ανθρώπους, τοπία και συναισθήματα. Στιγμές που πέρασαν και έφυγαν γρήγορα όσο αυτό το μαγικό «κλικ».

Είναι κάπως μελαγχολικό να κοιτάς τα άλμπουμ . Βλέπεις θυμάσαι, χαμογελάς και μόλις φτάσεις στην τελευταία σελίδα και κλείσεις τον χοντρό του εξώφυλλο κάθεσαι να αναλογιστείς πόσο άλλαξες. Εσύ αλλά και αυτοί που ήταν δίπλα σου στις φωτογραφίες. Πόσοι και πόσοι πέρασαν από δίπλα σου στις πόζες. Άνθρωποι και χαμόγελα αραδιασμένα και στοιβαγμένα στις λεπτές του ζελατίνες. Άλλα πιο αυθόρμητα, άλλα αμήχανα,  άλλα πιο προσποιητά. Η αλήθεια είναι ότι χωρίς τους κατάλληλους ανθρώπους δίπλα μας, ακόμα και τα ομορφότερα τοπία είναι χλωμά, μουντά. Σχεδόν άχρωμα. Αυτό που χρωματίζει τα τοπία είναι η ανάμνηση, και την ανάμνηση την φτιάχνουμε εμείς και οι γύρω μας. Εκείνοι που επιλέγουμε να ποζάρουμε μαζί. Πόζες μεθυσμένες, ερωτικές, «γελοίες» ενίοτε μα πάντα γεμάτες από θύμησες. 

Υπάρχουν φωτογραφίες που τις κρατάμε πάντα στις πρώτες σελίδες. Είναι αυτε΄ς που τα χαμόγελα τους όσο και να προσπαθήσεις δεν τα πετυχαίνεις ποτέ ξανά. Που τα τοπία πίσω χάνονται όσο όμορφα κι αν είναι γιατί οι άνθρωποι στο προσκήνιο μοιάζουν ομορφότεροι ακόμα κι αν ο φακός τους αδικεί. Φωτογραφίες  με ανθρώπους που επιλέξαμε να κρατήσουμε δίπλα μας ακόμα κι αν βρισκόμαστε χιλιόμετρα μακριά. Υπάρχουν όμως κι άλλες που τις καταχωνιάσαμε στις γωνίες των συρταριών, γυρισμένες ανάποδα. Όχι γιατί η πόζα δεν βγήκε καλή, ούτε γιατί το τοπίο δεν ήταν τόσο ατμοσφαιρικό. Συνήθως σε αυτές τις φωτογραφίες, οι άνθρωποι που απεικονίζονταν ήταν εκείνοι που δεν τα κατάφεραν.

Υπάρχουν όμως και κάποια άλμπουμ που δεν λειτουργούν με αυτό τον τρόπο. Δεν μπαίνουν στις βιβλιοθήκες ούτε μπορούν να κρυφτούν σε ξεχασμένα συρτάρια. Είναι εκείνα που κρατάμε καλά φυλαγμένα στο μυαλό και την καρδιά μας. Εκεί όπου καμία φωτογραφία δεν χάνεται, ούτε αναποδογυρίζει για να μην την βλέπεις και να μην θυμάσαι. Όλα εκεί είναι φανερά. Με τρόπο μαγικό ότι φέρνουμε στο νού μας, καταλήγει στο πρόσωπο, είτε σαν χαμόγελο είτε σαν δάκρυ. Είναι αυτά τα άλμπουμ με τα οποία πρέπει να είμαστε προσεχτικοί. Ανοίγουν πανεύκολα και κλείνουν τόσο μα τόσο δύσκολα. Φτιάχνοντας λοιπόν το άλμπουμ της ζωής μας πρέπει να φροντίσουμε να είμαστε ευχαριστημένοι με τις αναμνήσεις μας. Ο απολογισμός κάθε βράδυ λίγο πριν κοιμηθείς να είναι θετικός. Περίεργη ώρα εκείνη. Όλες οι σκέψεις μαζεμένες και δεν ξέρεις ποια να πιάσεις και ποια να αφήσεις στην άκρη. Όπως όμως και να έχει πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με όσα πράξαμε για τους ανθρώπους που μας περιβάλλουν.  Να τους προλαβαίνουμε σαν φυσική ύπαρξη προτού γίνουν και αυτοί φωτογραφίες.

Δεν υπάρχει θαρρώ πιο περίεργο συναίσθημα από αυτή την γλυκιά μελαγχολία που κρύβουν οι φωτογραφίες. Κι αν οι Κινέζοι έχουν δίκιο πως μια εικόνα ισούται χίλες λέξεις θα πρέπει να βρούμε και μια αντίστοιχη για τα συναισθήματα. Για εκείνα που οι λέξεις μοιάζουν φτωχές να περιγράψουν. Ίσως τώρα που η φωτογραφία είναι τόσο mainstream στα κοινωνικά δίκτυα να είναι ένα καλό κίνητρο. Πρέπει να βρούμε τους ανθρώπους που θέλουμε να ποζάρουν δίπλα μας και να γεμίσουν με φωτογραφίες όλο και περισσότερα άλμπουμ. Αν και οι καλύτερες δεν βγαίνουν ποτέ. Τις κρατάμε μέσα μας και αυτό αρκεί.

 

Σε όλους αρέσουν οι φωτογραφίες. Δεν μιλάω βέβαια για αυτήν την αυτάρεσκη έκδοση τους που προβάλλεται για δημόσια κατανάλωση και σχολιασμό στον κόσμο των social media αλλά για κείνη την έμφυτη ανάγκη των ανθρώπων  να παγώσουμε στον χρόνο τις στιγμές μας. Να τις ζούμε ξανά και ξανά απλά κοιτάζοντας ένα κομμάτι ιλουστρασιόν χαρτί. Εκεί καταφέραμε με ένα κλίκ να χωρέσουμε ανθρώπους, τοπία και συναισθήματα. Στιγμές που πέρασαν και έφυγαν γρήγορα όσο αυτό το μαγικό «κλικ».

Είναι κάπως μελαγχολικό να κοιτάς τα άλμπουμ . Βλέπεις θυμάσαι, χαμογελάς και μόλις φτάσεις στην τελευταία σελίδα και κλείσεις τον χοντρό του εξώφυλλο κάθεσαι να αναλογιστείς πόσο άλλαξες. Εσύ αλλά και αυτοί που ήταν δίπλα σου στις φωτογραφίες. Πόσοι και πόσοι πέρασαν από δίπλα σου στις πόζες. Άνθρωποι και χαμόγελα αραδιασμένα και στοιβαγμένα στις λεπτές του ζελατίνες. Άλλα πιο αυθόρμητα, άλλα αμήχανα,  άλλα πιο προσποιητά. Η αλήθεια είναι ότι χωρίς τους κατάλληλους ανθρώπους δίπλα μας, ακόμα και τα ομορφότερα τοπία είναι χλωμά, μουντά. Σχεδόν άχρωμα. Αυτό που χρωματίζει τα τοπία είναι η ανάμνηση, και την ανάμνηση την φτιάχνουμε εμείς και οι γύρω μας. Εκείνοι που επιλέγουμε να ποζάρουμε μαζί. Πόζες μεθυσμένες, ερωτικές, «γελοίες» ενίοτε μα πάντα γεμάτες από θύμησες. 

Υπάρχουν φωτογραφίες που τις κρατάμε πάντα στις πρώτες σελίδες. Είναι αυτε΄ς που τα χαμόγελα τους όσο και να προσπαθήσεις δεν τα πετυχαίνεις ποτέ ξανά. Που τα τοπία πίσω χάνονται όσο όμορφα κι αν είναι γιατί οι άνθρωποι στο προσκήνιο μοιάζουν ομορφότεροι ακόμα κι αν ο φακός τους αδικεί. Φωτογραφίες  με ανθρώπους που επιλέξαμε να κρατήσουμε δίπλα μας ακόμα κι αν βρισκόμαστε χιλιόμετρα μακριά. Υπάρχουν όμως κι άλλες που τις καταχωνιάσαμε στις γωνίες των συρταριών, γυρισμένες ανάποδα. Όχι γιατί η πόζα δεν βγήκε καλή, ούτε γιατί το τοπίο δεν ήταν τόσο ατμοσφαιρικό. Συνήθως σε αυτές τις φωτογραφίες, οι άνθρωποι που απεικονίζονταν ήταν εκείνοι που δεν τα κατάφεραν.

Υπάρχουν όμως και κάποια άλμπουμ που δεν λειτουργούν με αυτό τον τρόπο. Δεν μπαίνουν στις βιβλιοθήκες ούτε μπορούν να κρυφτούν σε ξεχασμένα συρτάρια. Είναι εκείνα που κρατάμε καλά φυλαγμένα στο μυαλό και την καρδιά μας. Εκεί όπου καμία φωτογραφία δεν χάνεται, ούτε αναποδογυρίζει για να μην την βλέπεις και να μην θυμάσαι. Όλα εκεί είναι φανερά. Με τρόπο μαγικό ότι φέρνουμε στο νού μας, καταλήγει στο πρόσωπο, είτε σαν χαμόγελο είτε σαν δάκρυ. Είναι αυτά τα άλμπουμ με τα οποία πρέπει να είμαστε προσεχτικοί. Ανοίγουν πανεύκολα και κλείνουν τόσο μα τόσο δύσκολα. Φτιάχνοντας λοιπόν το άλμπουμ της ζωής μας πρέπει να φροντίσουμε να είμαστε ευχαριστημένοι με τις αναμνήσεις μας. Ο απολογισμός κάθε βράδυ λίγο πριν κοιμηθείς να είναι θετικός. Περίεργη ώρα εκείνη. Όλες οι σκέψεις μαζεμένες και δεν ξέρεις ποια να πιάσεις και ποια να αφήσεις στην άκρη. Όπως όμως και να έχει πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με όσα πράξαμε για τους ανθρώπους που μας περιβάλλουν.  Να τους προλαβαίνουμε σαν φυσική ύπαρξη προτού γίνουν και αυτοί φωτογραφίες.

Δεν υπάρχει θαρρώ πιο περίεργο συναίσθημα από αυτή την γλυκιά μελαγχολία που κρύβουν οι φωτογραφίες. Κι αν οι Κινέζοι έχουν δίκιο πως μια εικόνα ισούται χίλες λέξεις θα πρέπει να βρούμε και μια αντίστοιχη για τα συναισθήματα. Για εκείνα που οι λέξεις μοιάζουν φτωχές να περιγράψουν. Ίσως τώρα που η φωτογραφία είναι τόσο mainstream στα κοινωνικά δίκτυα να είναι ένα καλό κίνητρο. Πρέπει να βρούμε τους ανθρώπους που θέλουμε να ποζάρουν δίπλα μας και να γεμίσουν με φωτογραφίες όλο και περισσότερα άλμπουμ. Αν και οι καλύτερες δεν βγαίνουν ποτέ. Τις κρατάμε μέσα μας και αυτό αρκεί.

 

Σε όλους αρέσουν οι φωτογραφίες. Δεν μιλάω βέβαια για αυτήν την αυτάρεσκη έκδοση τους που προβάλλεται για δημόσια κατανάλωση και σχολιασμό στον κόσμο των social media αλλά για κείνη την έμφυτη ανάγκη των ανθρώπων  να παγώσουμε στον χρόνο τις στιγμές μας. Να τις ζούμε ξανά και ξανά απλά κοιτάζοντας ένα κομμάτι ιλουστρασιόν χαρτί. Εκεί καταφέραμε με ένα κλίκ να χωρέσουμε ανθρώπους, τοπία και συναισθήματα. Στιγμές που πέρασαν και έφυγαν γρήγορα όσο αυτό το μαγικό «κλικ».

Είναι κάπως μελαγχολικό να κοιτάς τα άλμπουμ . Βλέπεις θυμάσαι, χαμογελάς και μόλις φτάσεις στην τελευταία σελίδα και κλείσεις τον χοντρό του εξώφυλλο κάθεσαι να αναλογιστείς πόσο άλλαξες. Εσύ αλλά και αυτοί που ήταν δίπλα σου στις φωτογραφίες. Πόσοι και πόσοι πέρασαν από δίπλα σου στις πόζες. Άνθρωποι και χαμόγελα αραδιασμένα και στοιβαγμένα στις λεπτές του ζελατίνες. Άλλα πιο αυθόρμητα, άλλα αμήχανα,  άλλα πιο προσποιητά. Η αλήθεια είναι ότι χωρίς τους κατάλληλους ανθρώπους δίπλα μας, ακόμα και τα ομορφότερα τοπία είναι χλωμά, μουντά. Σχεδόν άχρωμα. Αυτό που χρωματίζει τα τοπία είναι η ανάμνηση, και την ανάμνηση την φτιάχνουμε εμείς και οι γύρω μας. Εκείνοι που επιλέγουμε να ποζάρουμε μαζί. Πόζες μεθυσμένες, ερωτικές, «γελοίες» ενίοτε μα πάντα γεμάτες από θύμησες. 

Υπάρχουν φωτογραφίες που τις κρατάμε πάντα στις πρώτες σελίδες. Είναι αυτε΄ς που τα χαμόγελα τους όσο και να προσπαθήσεις δεν τα πετυχαίνεις ποτέ ξανά. Που τα τοπία πίσω χάνονται όσο όμορφα κι αν είναι γιατί οι άνθρωποι στο προσκήνιο μοιάζουν ομορφότεροι ακόμα κι αν ο φακός τους αδικεί. Φωτογραφίες  με ανθρώπους που επιλέξαμε να κρατήσουμε δίπλα μας ακόμα κι αν βρισκόμαστε χιλιόμετρα μακριά. Υπάρχουν όμως κι άλλες που τις καταχωνιάσαμε στις γωνίες των συρταριών, γυρισμένες ανάποδα. Όχι γιατί η πόζα δεν βγήκε καλή, ούτε γιατί το τοπίο δεν ήταν τόσο ατμοσφαιρικό. Συνήθως σε αυτές τις φωτογραφίες, οι άνθρωποι που απεικονίζονταν ήταν εκείνοι που δεν τα κατάφεραν.

Υπάρχουν όμως και κάποια άλμπουμ που δεν λειτουργούν με αυτό τον τρόπο. Δεν μπαίνουν στις βιβλιοθήκες ούτε μπορούν να κρυφτούν σε ξεχασμένα συρτάρια. Είναι εκείνα που κρατάμε καλά φυλαγμένα στο μυαλό και την καρδιά μας. Εκεί όπου καμία φωτογραφία δεν χάνεται, ούτε αναποδογυρίζει για να μην την βλέπεις και να μην θυμάσαι. Όλα εκεί είναι φανερά. Με τρόπο μαγικό ότι φέρνουμε στο νού μας, καταλήγει στο πρόσωπο, είτε σαν χαμόγελο είτε σαν δάκρυ. Είναι αυτά τα άλμπουμ με τα οποία πρέπει να είμαστε προσεχτικοί. Ανοίγουν πανεύκολα και κλείνουν τόσο μα τόσο δύσκολα. Φτιάχνοντας λοιπόν το άλμπουμ της ζωής μας πρέπει να φροντίσουμε να είμαστε ευχαριστημένοι με τις αναμνήσεις μας. Ο απολογισμός κάθε βράδυ λίγο πριν κοιμηθείς να είναι θετικός. Περίεργη ώρα εκείνη. Όλες οι σκέψεις μαζεμένες και δεν ξέρεις ποια να πιάσεις και ποια να αφήσεις στην άκρη. Όπως όμως και να έχει πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με όσα πράξαμε για τους ανθρώπους που μας περιβάλλουν.  Να τους προλαβαίνουμε σαν φυσική ύπαρξη προτού γίνουν και αυτοί φωτογραφίες.

Δεν υπάρχει θαρρώ πιο περίεργο συναίσθημα από αυτή την γλυκιά μελαγχολία που κρύβουν οι φωτογραφίες. Κι αν οι Κινέζοι έχουν δίκιο πως μια εικόνα ισούται χίλες λέξεις θα πρέπει να βρούμε και μια αντίστοιχη για τα συναισθήματα. Για εκείνα που οι λέξεις μοιάζουν φτωχές να περιγράψουν. Ίσως τώρα που η φωτογραφία είναι τόσο mainstream στα κοινωνικά δίκτυα να είναι ένα καλό κίνητρο. Πρέπει να βρούμε τους ανθρώπους που θέλουμε να ποζάρουν δίπλα μας και να γεμίσουν με φωτογραφίες όλο και περισσότερα άλμπουμ. Αν και οι καλύτερες δεν βγαίνουν ποτέ. Τις κρατάμε μέσα μας και αυτό αρκεί.

 

Ο Κωνσταντίνος Περάκης κατάγεται από το Ηράκλειο Κρήτης, σπούδασε Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και απασχολείται ως δόκιμος ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων.