Τα κατά συνθήκη Ψεύδη | Της Γιώτας Μάρκου

Έρχεσαι ακούω τη φωνή σου. Με κοιτάς, πάω να σου μιλήσω και φεύγεις. Φεύγεις γιατί; Που πας; Μα τι λέω; Δεν ήσουν ποτέ εδώ! Κάποιος είπε πως το να πίνεις είναι ο χειρότερος θάνατος. Το αλκοόλ καίει τα σωθικά σου και σου δηλητηριάζει την καρδιά. Αφυδατώνει τη σκέψη σου και δεν σου αφήνει τίποτα. Πιες μια γουλιά κάθε φορά. Μια μικρή γουλιά. Σταμάτα! Τώρα όλο μονορούφι. Πόσο μεθυσμένος είσαι; Από τώρα και στο εξής, το χάος βασιλεύει στη νύχτα σου.

Για κάποιους δεν σημαίνει τίποτα απλά είναι ένα ακόμα μεθύσι στο όμορφο τους βράδυ, γι’ άλλους όμως… Όταν το χάραμα μπερδεύεται με το αλκοόλ, αυτά που καλά έχεις κρύψει, και τόσο καιρό προσπαθούσες να σκοτώσεις, αρχίζουν να τρέμουν. Έρχεται λοιπόν, εκείνη η στιγμή που θες να αποδεχτείς ότι νιώθεις και ύστερα να συνεχίσεις τη ζωή σου. Φαντάζει να πονά περισσότερο αλλά όχι... Αναρίθμητες καλά κρυμμένες αλήθειες είναι σαν ειδεχθή εγκλήματα. Τι ακριβώς φοβάσαι; Εσένα; Τους γύρω ή τις ίδιες σου τις επιλογές; Ίσως να μην φοβάσαι και τίποτα. Ίσως έτσι να έχεις αποδεχθεί τα πράγματα. Ίσως έτσι όλα φαντάζουν πιο ωραία, πιο χαρούμενα.

 Και πάλι όμως, το χάος. Ένα κεφάλι ανακατεμένο με σκέψεις και λόγια που δεν ειπώθηκαν ποτέ. Τι είναι σωστό, τι είναι λάθος, τι πρέπει, τι όχι. Παρόλο αυτά τελικά τίποτε να μην έχει σημασία, παρά μόνο αν εσύ μπορείς να συγχωρήσεις τον εαυτό σου. Μπορείς; Αν ναι, τότε κατά πάσα πιθανότητα να βγεις αλώβητος από αυτήν την μάχη. Αν όχι, τότε είναι καιρός να λογαριαστείς. Όχι με τους γύρω σου, παρά μόνο μ’ εσένα.

Της Γιώτας Μάρκου